výhody registrácie

Kniha Genezis

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Gn 27, 1-46

1 (GRM) Και αφου εγηρασεν ο Ισαακ, και οι οφθαλμοι αυτου ημβλυνθησαν, ωστε δεν εβλεπεν, εκαλεσεν Ησαυ τον υιον αυτου τον μεγαλητερον, και ειπε προς αυτον, Υιε μου. Ο δε ειπε προς αυτον, Ιδου, εγω.
1 (KAT) Keď Izák zostarol a keď jeho oči stratili silu vidieť, zavolal si svojho staršieho syna Ezaua a povedal mu: „Syn môj!“ On mu odvetil: „Hľa, tu som!“

2 (GRM) Και εκεινος ειπεν, Ιδου, τωρα, εγω εγηρασα· δεν γνωριζω την ημεραν του θανατου μου·
2 (KAT) Povedal mu: „Pozri, ja som už starý, neviem, kedy zomriem.

3 (GRM) λαβε λοιπον, παρακαλω, τα οπλα σου, την φαρετραν σου και το τοξον σου, και εξελθε εις την πεδιαδα και κυνηγησον μοι κυνηγιον·
3 (KAT) Preto si teraz vezmi zbraň, tulec a kušu a choď do stepi uloviť nejakú zver!

4 (GRM) και καμε μοι εδεσματα καθως αγαπω, και φερε μοι να φαγω, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου πριν αποθανω.
4 (KAT) Potom mi priprav chutné jedlo, aké mám rád. A keď pojem, požehnám ťa prv, ako zomriem.“

5 (GRM) Η δε Ρεβεκκα ηκουσεν ενω ελαλει ο Ισαακ προς Ησαυ τον υιον αυτου. Και υπηγεν ο Ησαυ εις την πεδιαδα δια να κυνηγηση κυνηγιον και να φερη αυτο.
5 (KAT) Rebeka však načúvala, keď sa Izák rozprával so svojím synom Ezauom. A Ezau vyšiel do stepi uloviť nejakú zver, aby ju doniesol.

6 (GRM) Και η Ρεβεκκα ελαλησε προς Ιακωβ τον υιον αυτης, λεγουσα, Ιδου, εγω ηκουσα τον πατερα σου λαλουντα προς Ησαυ τον αδελφον και λεγοντα,
6 (KAT) Tu povedala Rebeka svojmu synovi Jakubovi: „Len teraz som počula, ako tvoj otec hovoril tvojmu bratovi Ezauovi:

7 (GRM) Φερε μοι κυνηγιον και καμε μοι εδεσματα, δια να φαγω, και να σε ευλογησω ενωπιον του Κυριου πριν αποθανω.
7 (KAT) »Nože mi prines nejakú zverinu a priprav mi chutné jedlo, aby som jedol a aby som ťa požehnal pred Pánom prv, ako zomriem.«

8 (GRM) Τωρα λοιπον, υιε μου, ακουσον την φωνην μου εις οσα εγω σοι παραγγελλω·
8 (KAT) A teraz počúvaj, syn môj, na môj hlas, čo ti prikazujem:

9 (GRM) υπαγε τωρα εις το ποιμνιον, και λαβε μοι εκειθεν δυο καλα εριφια εξ αιγων· δια να καμω αυτα εδεσματα δια τον πατερα σου, καθως αγαπα·
9 (KAT) Choď k stádu a prines mi dvoje pekných kozliat. Ja ich pripravím pre tvojho otca ako chutné jedlo, aké má on rád.

10 (GRM) και θελεις φερει αυτα προς τον πατερα σου να φαγη, δια σε ευλογηση πριν αποθανη.
10 (KAT) Potom to zanesieš svojmu otcovi, aby jedol a aby ťa požehnal prv, ako zomrie.“

11 (GRM) Και ειπεν ο Ιακωβ προς Ρεβεκκαν την μητερα αυτου, Ιδου, ο Ησαυ ο αδελφος μου ειναι ανηρ δασυτριχος, εγω δε ανηρ ατριχος·
11 (KAT) Ale Jakub povedal svojej matke Rebeke: „Veď môj brat Ezau je zarastený človek a ja som hladký.

12 (GRM) ισως με ψηλαφηση ο πατηρ μου, και θελω φανη εις αυτον ως απατεων, και θελω συρει επ' εμαυτον καταραν και ουχι ευλογιαν.
12 (KAT) A ak ma môj otec ohmatá, potom budem v jeho očiach ako taký, kto si z neho robí posmech, a privediem na seba kliatbu a nie požehnanie.“

13 (GRM) Ειπε δε προς αυτον η μητηρ αυτου, Επ' εμε η καταρα σου, τεκνον μου· μονον υπακουσον εις την φωνην μου και υπαγε, φερε μοι αυτα.
13 (KAT) Ale matka mu povedala: „Tvoja kliatba, syn môj, bude na mne. Len počuj môj hlas! Choď a prines mi ich!“

14 (GRM) Και υπηγε, και ελαβε, και εφερεν αυτα προς την μητερα αυτου· και εκαμεν η μητηρ αυτου εδεσματα καθως ηγαπα ο πατηρ αυτου.
14 (KAT) I odišiel a vzal a doniesol ich svojej matke. Jeho matka pripravila chutné jedlo, aké mal rád jeho otec.

15 (GRM) Και λαβουσα η Ρεβεκκα τα καλητερα φορεματα Ησαυ του μεγαλητερου υιου αυτης, τα οποια ειχεν εν τη οικια, ενεδυσε με αυτα Ιακωβ, τον υιον αυτης τον νεωτερον·
15 (KAT) Potom priniesla Rebeka najlepšie šaty svojho staršieho syna, čo mala v dome pri sebe, a obliekla ich svojmu mladšiemu synovi Jakubovi.

16 (GRM) και με τα δερματα των εριφιων εσκεπασε τας χειρας αυτου, και τα γυμνα του τραχηλου αυτου·
16 (KAT) Kožkami kozliat mu však obložila ruky a holý krk.

17 (GRM) και εδωκεν εις τας χειρας Ιακωβ του υιου αυτης τα εδεσματα και τον αρτον, τα οποια ητοιμασε.
17 (KAT) Potom dala svojmu synovi do rúk jedlo a chlieb, ktoré pripravila.

18 (GRM) Και ηλθε προς τον πατερα αυτου· και ειπε, Πατερ μου. Ο δε ειπεν, Ιδου, εγω· τις εισαι, τεκνον μου;
18 (KAT) Keď prišiel k otcovi, povedal: „Otče môj!“ On odvetil: „Tu som. Kto si, syn môj?“

19 (GRM) Και ειπεν ο Ιακωβ προς τον πατερα αυτου, Εγω ειμαι Ησαυ ο πρωτοτοκος σου· εκαμα καθως μοι ειπας, σηκωθητι λοιπον, καθισον και φαγε εκ του κυνηγιου μου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
19 (KAT) Jakub odpovedal svojmu otcovi: „Ja som Ezau, tvoj prvorodený. Urobil som, ako si mi rozkázal. Len si rovno sadni a jedz z mojej diviny, aby si ma požehnal!“

20 (GRM) Και ειπεν ο Ισαακ προς τον υιον αυτου, Ποθεν τουτο, τεκνον μου, οτι ευρηκας τοσον ταχεως; Ο δε ειπε, Διοτι Κυριος ο Θεος σου εφερεν αυτο εμπροσθεν μου.
20 (KAT) Lenže Izák odvetil svojmu synovi: „Ako si mohol, syn môj, tak rýchlo niečo nájsť?“ On odpovedal: „Pán, tvoj Boh, dal sa mi s ňou stretnúť!“

21 (GRM) Και ειπεν ο Ισαακ προς τον Ιακωβ, Πλησιασον, τεκνον μου, δια να σε ψηλαφησω, αν συ ησαι αυτος ο υιος Ησαυ, η ουχι.
21 (KAT) Tu povedal Izák Jakubovi: „Nože pristúp bližšie, syn môj, aby som ťa ohmatal, či si ty naozaj môj syn Ezau, alebo nie.“

22 (GRM) Και επλησιασεν ο Ιακωβ εις τον Ισαακ τον πατερα αυτου· ο δε εψηλαφησεν αυτον, και ειπεν, Η μεν φωνη ειναι φωνη Ιακωβ, αι δε χειρες, χειρες Ησαυ.
22 (KAT) I pristúpil Jakub bližšie k svojmu otcovi, Izákovi, a keď ho ohmatal, povedal mu: „Hlas je hlasom Jakubovým, ale ruky sú ruky Ezauove.“

23 (GRM) Και δεν εγνωρισεν αυτον, διοτι αι χειρες αυτου ησαν ως αι χειρες Ησαυ αδελφου αυτου, δασυτριχοι και ευλογησεν αυτον.
23 (KAT) I nepoznal ho, lebo jeho ruky boli chlpaté ako ruky jeho brata Ezaua. I žehnal ho.

24 (GRM) Και ειπε, Συ εισαι αυτος ο υιος μου Ησαυ; Ο δε ειπεν, Εγω.
24 (KAT) A znova mu povedal: „Naozaj si ty môj syn Ezau?“ On odpovedal: „Ja som to!“

25 (GRM) Και ειπε, Φερε πλησιον μου, και θελω φαγει εκ του κυνηγιου του υιου μου, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου. Και εφερε πλησιον αυτου, και εφαγεν· εφερε δε προς αυτον οινον και επιε.
25 (KAT) Tu on povedal: „Prines mi to! Budem jesť z diviny od svojho syna, aby som ťa požehnal.“ I priniesol mu to a on jedol. Doniesol mu aj vína a on pil.

26 (GRM) Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Πλησιασον τωρα, και φιλησον με, τεκνον μου.
26 (KAT) Potom mu povedal jeho otec Izák: „Nože pristúp ku mne, syn môj, a pobozkaj ma!“

27 (GRM) Και επλησιασε, και εφιλησεν αυτον· και ωσφρανθη την οσμην των ενδυματων αυτου, και ευλογησεν αυτον και ειπεν, Ιδου, η οσμη του υιου μου ειναι ως οσμη πεδιαδος, την οποιαν ευλογησεν ο Κυριος·
27 (KAT) Keď sa priblížil a keď ho pobozkal, zacítil vôňu jeho šiat a požehnal ho, hovoriac: „Hľaďže, vôňa syna môjho je ako vôňa nivy, ktorú požehnal Pán.

28 (GRM) Λοιπον ο Θεος να σοι δωση απο της δροσου του ουρανου και απο του παχους της γης και αφθονιαν σιτου και οινου·
28 (KAT) Nech ti dá Boh z nebeskej rosy a zo žírnosti zeme, tiež hojnosť zrna a muštu!

29 (GRM) Λαοι να σε δουλευσωσι και εθνη να σε προσκυνησωσι· να ησαι κυριος των αδελφων σου, και οι υιοι της μητρος σου να σε προσκυνησωσι· κατηραμενος οστις σε καταραται, και ευλογημενος οστις σε ευλογει
29 (KAT) Nech ti slúžia ľudia a nech sa sklonia pred tebou národy. Buď pánom nad svojimi bratmi, a nech sa ti koria synovia tvojej matky! Kto bude teba preklínať, nech je prekliaty, a kto bude teba žehnať, nech je požehnaný!“

30 (GRM) Και καθως επαυσεν ο Ισαακ ευλογων τον Ιακωβ, μολις ο Ιακωβ ειχεν εξελθει απ' εμπροσθεν του πατρος αυτου Ισαακ· και ηλθεν Ησαυ ο αδελφος αυτου εκ του κυνηγιου αυτου.
30 (KAT) Len čo Izák prestal žehnať Jakuba a sotva Jakub vyšiel od svojho otca Izáka, už prichádzal jeho brat Ezau z poľovačky (domov).

31 (GRM) Και εκαμε και αυτος εδεσματα και εφερε προς τον πατερα αυτου· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ας σηκωθη ο πατηρ μου, και ας φαγη εκ του κυνηγιου του υιου αυτου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
31 (KAT) Aj on pripravil chutné jedlo, priniesol ho otcovi a vravel: „Otče môj, vstaň a jedz z diviny od svojho syna, aby si ma požehnal!“

32 (GRM) Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Τις εισαι; Ο δε ειπεν, Ειμαι ο υιος σου, ο πρωτοτοκος σου Ησαυ.
32 (KAT) Jeho otec Izák mu povedal: „A ty si kto?“ On odpovedal: „Ja som tvoj syn, tvoj prvorodený Ezau.“

33 (GRM) Και εξεπλαγη ο Ισαακ εκπληξιν μεγαλην σφοδρα, και ειπε, Ποιος ειναι λοιπον εκεινος, οστις εκυνηγησε κυνηγιον, και μοι εφερε και εφαγον απο παντων πριν εισελθης, και ευλογησα αυτον; και ευλογημενος θελει εισθαι.
33 (KAT) Izák sa náramne zľakol a povedal: „Kto to bol teda, čo mi ulovil zverinu a čo mi ju bol doniesol? A ja som jedol zo všetkého prv, ako si ty prišiel! Aj som ho požehnal a bude požehnaný!“

34 (GRM) Οτε ηκουσεν ο Ησαυ τους λογους του πατρος αυτου, ανεκραξε κραυγην μεγαλην και πικραν σφοδρα· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ευλογησον με, και εμε, πατερ μου.
34 (KAT) Keď Ezau počul otcove slová, hrozne zreval a veľmi sa spriečil, a svojmu otcovi povedal: „Otče môj, požehnaj aj mňa!“

35 (GRM) Ο δε ειπεν, Ηλθεν ο αδελφος σου μετα δολου, και ελαβε την ευλογιαν σου.
35 (KAT) On odvetil: „Podvodne prišiel tvoj brat a odňal ti požehnanie!“

36 (GRM) Και ειπεν ο Ησαυ, Δικαιως εκαλεσθη το ονομα αυτου Ιακωβ, διοτι τωρα δευτεραν ταυτην φοραν με υπεσκελισεν· ελαβε τα πρωτοτοκια μου, και ιδου, τωρα ελαβε και την ευλογιαν μου. Και ειπε, Δεν εφυλαξας δι' εμε ευλογιαν;
36 (KAT) Tu on povedal: „Preto mu dali meno Jakub, že ma teraz už druhý raz oklamal? Už mi odňal prvorodenské právo a teraz, hľa, odňal mi aj požehnanie!“

37 (GRM) Και, απεκριθη ο Ισαακ, και ειπε προς τον Ησαυ, Ιδου, κυριον σου εκαμα αυτον, και παντας τους αδελφους αυτου εκαμα δουλους αυτου, και εστηριξα αυτον με σιτον και οινον· και τι λοιπον να καμω εις σε, τεκνον μου;
37 (KAT) Izák odpovedal Ezauovi: „Pozri, ja som ho ustanovil za pána nad tebou a všetkých jeho bratov som mu dal za sluhov! Zrnom a muštom som ho zaopatril. Čo ešte môžem urobiť pre teba, syn môj?“

38 (GRM) Και ειπεν ο Ησαυ προς τον πατερα αυτου, Μηπως ταυτην μονην την ευλογιαν εχεις, πατερ μου; ευλογησον με, και εμε, πατερ μου. και υψωσεν ο Ησαυ την φωνην αυτου, και εκλαυσε.
38 (KAT) Vtedy mu Ezau odvetil: „Otče môj, či máš len jedno požehnanie? Požehnaj aj mňa, otče môj!“ Tu Ezau začal hlasne plakať.

39 (GRM) Και απεκριθη Ισαακ ο πατηρ αυτου, και ειπε προς αυτον, Ιδου, η κατοικησις σου θελει εισθαι εις το παχος της γης, και εις την δροσον του ουρανου ανωθεν·
39 (KAT) A Izák mu povedal: „Ďaleko od žírnej pôdy bude tvoje bydlisko a ďaleko od nebeskej rosy zhora.

40 (GRM) και με την μαχαιραν σου θελεις ζη, και εις τον αδελφον σου θελεις δουλευσει, οταν δε υπερισχυσης, θελεις συντριψει τον ζυγον αυτου απο του τραχηλου σου.
40 (KAT) Zo svojho meča budeš žiť, slúžiť však budeš svojmu bratovi, a keď sa budeš snažiť oslobodiť, zhodíš jeho jarmo zo svojej šije.“

41 (GRM) Και εμισει ο Ησαυ τον Ιακωβ, δια την ευλογιαν με την οποιαν ευλογησεν αυτον ο πατηρ αυτου· και ειπεν ο Ησαυ εν τη καρδια αυτου, Πλησιαζουσιν αι ημεραι του πενθους του πατρος μου· τοτε θελω φονευσει Ιακωβ τον αδελφον μου.
41 (KAT) Ezau sa hneval na Jakuba pre požehnanie, ktoré mu dal jeho otec, preto si hovoril: „Čoskoro príde čas, že sa bude smútiť nad mojím otcom. Potom svojho brata zabijem!“

42 (GRM) Ανηγγελθησαν, δε προς την Ρεβεκκαν οι λογοι Ησαυ του υιου αυτης του μεγαλητερου· και πεμψασα εκαλεσεν Ιακωβ τον υιον αυτης τον νεωτερον, και ειπε προς αυτον, Ιδου, Ησαυ ο αδελφος σου παρηγορει εαυτον κατα σου, οτι θελει σε φονευσει.
42 (KAT) Lenže slová staršieho syna oznámili Rebeke. Preto dala zavolať svojho mladšieho syna Jakuba a takto mu vravela: „Hľa, tvoj brat Ezau ti chystá pomstu, chce ťa zabiť.

43 (GRM) Τωρα λοιπον, τεκνον μου, ακουσον την φωνην μου· και σηκωθεις, φυγε προς Λαβαν τον αδελφον μου εις Χαρραν·
43 (KAT) Preto počuj, syn môj, na môj hlas: Zober sa a utekaj k môjmu bratovi Labanovi do Haranu.

44 (GRM) και κατοικησον μετ' αυτου ημερας τινας, εωσου παρελθη ο θυμος του αδελφου σου·
44 (KAT) Ostaň u neho nejaký čas, kým sa neutíši hnev tvojho brata

45 (GRM) εωσου παυση η κατα σου οργη του αδελφου σου, και λησμονηση τα οσα επραξας εις αυτον· τοτε θελω στειλει, και θελω σε φερει εκειθεν· δια τι να σας στερηθω και τους δυο εν μια ημερα;
45 (KAT) a kým neprestane jeho zlosť a kým nezabudne, čo si mu urobil! Potom pošlem po teba a dám si ťa priviesť odtiaľ sem. Prečo by som vás mala oboch stratiť v jeden deň?!“

46 (GRM) Και ειπεν η Ρεβεκκα προς τον Ισαακ, Αηδιασα την ζωην μου εξ αιτιας των θυγατερων του Χετ· εαν ο Ιακωβ λαβη γυναικα εκ των θυγατερων του Χετ, καθως ειναι αυται εκ των θυγατερων της γης ταυτης, τι με ωφελει να ζω;
46 (KAT) Potom povedala Rebeka Izákovi: „Omŕza ma život pre Hetejky. Ak si aj Jakub vezme za ženu Hetejku, ako sú tieto z dcér (tunajšej) krajiny, načo mi žiť?!“


Gn 27, 1-46





Verš 34
Οτε ηκουσεν ο Ησαυ τους λογους του πατρος αυτου, ανεκραξε κραυγην μεγαλην και πικραν σφοδρα· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ευλογησον με, και εμε, πατερ μου.
Heb 12:17 - Επειδη εξευρετε οτι και μετεπειτα, θελων να κληρονομηση την ευλογιαν, απεδοκιμασθη, διοτι δεν ευρε τοπον μετανοιας, αν και εξεζητησεν αυτην μετα δακρυων.

Verš 36
Και ειπεν ο Ησαυ, Δικαιως εκαλεσθη το ονομα αυτου Ιακωβ, διοτι τωρα δευτεραν ταυτην φοραν με υπεσκελισεν· ελαβε τα πρωτοτοκια μου, και ιδου, τωρα ελαβε και την ευλογιαν μου. Και ειπε, Δεν εφυλαξας δι' εμε ευλογιαν;
Gn 25:33 - Και ειπεν ο Ιακωβ, Ομοσον μοι σημερον· και ωμοσεν εις αυτον· και επωλησε τα πρωτοτοκια αυτου εις τον Ιακωβ.

Verš 38
Και ειπεν ο Ησαυ προς τον πατερα αυτου, Μηπως ταυτην μονην την ευλογιαν εχεις, πατερ μου; ευλογησον με, και εμε, πατερ μου. και υψωσεν ο Ησαυ την φωνην αυτου, και εκλαυσε.
Heb 12:17 - Επειδη εξευρετε οτι και μετεπειτα, θελων να κληρονομηση την ευλογιαν, απεδοκιμασθη, διοτι δεν ευρε τοπον μετανοιας, αν και εξεζητησεν αυτην μετα δακρυων.

Verš 46
Και ειπεν η Ρεβεκκα προς τον Ισαακ, Αηδιασα την ζωην μου εξ αιτιας των θυγατερων του Χετ· εαν ο Ιακωβ λαβη γυναικα εκ των θυγατερων του Χετ, καθως ειναι αυται εκ των θυγατερων της γης ταυτης, τι με ωφελει να ζω;
Gn 26:35 - και αυται ησαν πικρια ψυχης εις τον Ισαακ και την Ρεβεκκαν.

Verš 28
Λοιπον ο Θεος να σοι δωση απο της δροσου του ουρανου και απο του παχους της γης και αφθονιαν σιτου και οινου·
Heb 11:20 - Δια πιστεως ο Ισαακ ηυλογησε τον Ιακωβ και τον Ησαυ περι των μελλοντων.

Verš 29
Λαοι να σε δουλευσωσι και εθνη να σε προσκυνησωσι· να ησαι κυριος των αδελφων σου, και οι υιοι της μητρος σου να σε προσκυνησωσι· κατηραμενος οστις σε καταραται, και ευλογημενος οστις σε ευλογει
Gn 12:3 - και θελω ευλογησει τους ευλογουντας σε, και τους καταρωμενους σε θελω καταρασθη· και θελουσιν ευλογηθη εν σοι πασαι αι φυλαι της γης.

Gn 27,5-27 - Jakub si prvorodenské právo od brata už kúpil (25,29–34). No i tak sa obaja, Rebeka aj Jakub, prehrešujú. Písmo zaznačuje ich skutok, nechváli ho. Naopak, poukazuje na to, čo museli obaja pretrpieť za svoje previnenie. Následky boli tvrdé. Napokon tak právo prvorodeného, ako aj požehnania s ním spojené boli by ostali neplatné, keby ich Izák nebol osobitne potvrdil. Presvedčil sa, že to Pán už predtým ustanovil. "Vôňu šiat" – Ezau sa zdržiaval zväčša vonku, na poliach, medzi rastlinami prenikavej vône. Ňou sa nabrali aj jeho šaty.

Gn 27,33 - Sv. Augustín, sv. Hieronym a iní Otcovia myslia, že Boh v tejto chvíli prezrádza Izákovi svoj zámer, a tak sa dá pochopiť, že patriarcha, i keď poznal klam, ktorého sa stal obeťou, nechce dať požehnanie tomu, ktorému by prináležalo podľa práva prvorodeného. Naopak, potvrdzuje požehnanie, ktoré pred chvíľou udelil Jakubovi (Hebr 12,7).

Gn 27,36 - Slovná hračka: "prvorodenské právo" – bekorah a "požehnanie" – berakah.

Gn 27,40 - Z meča žiť označuje život beduína. Aj v tomto verši latinský text má inú lekciu: Príde však čas, keď jeho jarmo… To by naznačovalo, že Edomčania sa zbavia nadvlády Izraelitov. Lenže stalo sa to, čo vystihuje text hebrejský. Edomčania sa nakoniec živili z koristi a lúpeže. V dejinách Izraelitov sú vždy na strane nepriateľa vyvoleného národa.

Gn 27,45 - Stratiť v jeden deň – Rebeka myslí na trest odvety. Jakub by bol mŕtvy a Ezau by sa stal vinným smrti. Najbližší príbuzní mali by Jakubovu smrť trestať smrťou Ezaua.