výhody registrácie

Náreky

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Nár 1, 1-22

1 (GRM) Πως εκαθησε μονη η πολις η πεπληθυμμενη λαων. Κατεστη ως χηρα η πεπληθυμμενη εν εθνεσιν, η αρχουσα εν ταις επαρχιαις· εγεινεν υποτελης.
1 (KAT)AlefAch, ako sedí osamelé mesto (kedysi) plné ľudu, postihol osud vdovy paniu národov, kňažná medzi krajinami ostala poplatnicou.

2 (GRM) Ακαταπαυστως κλαιει την νυκτα και τα δακρυα αυτης καταρρεουσιν επι τας σιαγονας αυτης· εκ παντων των αγαπωντων αυτην δεν υπαρχει ο παρηγορων αυτην· παντες οι φιλοι αυτης εφερθησαν προς αυτην απιστως· εχθροι εγειναν εις αυτην.
2 (KAT)BetPrehorko plače v noci, líca má zaslzené, niet, kto by ju potešil zo všetkých jej milencov; priatelia, tí ju opustili, prešli k jej nepriateľom.

3 (GRM) Ηχμαλωτισθη ο Ιουδας υπο θλιψεως και υπο βαρειας δουλειας· καθηται εν τοις εθνεσι· δεν ευρισκει αναπαυσιν· παντες οι διωκται αυτου κατελαβον αυτον εν μεσω των στενων.
3 (KAT)GimelPod nátlakom sa sťahoval Júda, vo veľkom nevoľníctve; uprostred národov býva, spočinku nenachodí. Dochytili ho stíhači zbitého útrapami.

4 (GRM) Αι οδοι της Σιων πενθουσι, διοτι ουδεις ερχεται εις τας εορτας· πασαι αι πυλαι αυτης ειναι ερημοι οι ιερεις αυτης αναστεναζουσιν· αι παρθενοι αυτης ειναι περιλυποι και αυτη πληρης πικριας.
4 (KAT)DaletCesty Siona smútia, že niet pútnikov na sviatky: brány má všetky spustnuté. Žalostia jeho kňazi, jeho panny sú skľúčené a on? - ach, trpko mu je!

5 (GRM) Οι εναντιοι αυτης εγειναν κεφαλη, οι εχθροι αυτης ευημερουσι· διοτι ο Κυριος κατεθλιψεν αυτην δια το πληθος των ανομιων αυτης· τα νηπια αυτης επορευθησαν εις αιχμαλωσιαν εμπροσθεν του εχθρου.
5 (KAT)HeJeho odporci triumfujú, jeho nepriatelia sú šťastní, pretože Pán ho skľúčil pre množstvo jeho hriechov. Dietky mu ženie do zajatia pred sebou utláčateľ.

6 (GRM) Και εφυγεν απο της θυγατρος Σιων πασα η δοξα αυτης· οι αρχοντες αυτης εγειναν ως ελαφοι μη ευρισκουσαι βοσκην, και εβαδιζον χωρις δυναμεως εμπροσθεν του διωκοντος.
6 (KAT)VauSionskú dcéru opustila všetka jej nádhera, jej kniežatá sú sťa jelene, čo pastvu nenachodia, čo bezvládne sa vlečú pred tvárou stíhača.

7 (GRM) Ενεθυμηθη η Ιερουσαλημ εν ταις ημεραις της θλιψεως αυτης και της εξωσεως αυτης παντα τα επιθυμητα αυτης, τα οποια ειχεν απο χρονων αρχαιων, οτε επεσεν ο λαος αυτης εις την χειρα του εχθρου και δεν υπηρχεν ο βοηθων αυτην· ειδον αυτην οι εχθροι, εγελασαν επι τη καταπαυσει αυτης.
7 (KAT)ZainJeruzalem spomína na dni plaču a biedy, (na všetky svoje skvosty, ktoré mal od dávnych dní); keď mu ľud padal rukou nepriateľa a nemal pomocníka, nepriateľ sa naň díval, smial sa jeho záhube.

8 (GRM) Αμαρτιαν ημαρτησεν η Ιερουσαλημ· δια τουτο εγεινεν ως ακαθαρτος· παντες οι δοξαζοντες αυτην κατεφρονησαν αυτην, διοτι ειδον την ασχημοσυνην αυτης· αυτη δε ανεστεναζε και απεστραφη εις τα οπισω.
8 (KAT)ChetPochybil Jeruzalem veľmi, preto sa stal odporným, opovrhli ním všetci ctitelia, keď uzreli jeho hanbu, on sám však vzdychá, odvracia sa preč.

9 (GRM) Η ακαθαρσια αυτης ητο εις τα κρασπεδα αυτης· δεν ενεθυμηθη τα τελη αυτης· οθεν εταπεινωθη εξαισιως· δεν υπηρχεν ο παρηγορων αυτην. Ιδε, Κυριε, την θλιψιν μου, διοτι εμεγαλυνθη ο εχθρος.
9 (KAT)TetŠkvrny sú na jeho vlečkách, na následky si nespomenul a poklesol úžasne, nemá tešiteľa. „Na moju biedu pozri, Pane, nepriateľ ma, hľa, premohol!“

10 (GRM) Ο εχθρος εξηπλωσε την χειρα αυτου επι παντα τα επιθυμητα αυτης· διοτι αυτη ειδε τα εθνη εισερχομενα εις το αγιαστηριον αυτης, τα οποια προσεταξας να μη εισελθωσιν εις την συναγωγην σου.
10 (KAT)JodJeho nepriateľ vystrel ruku na všetky jeho skvosty; hej, videl, ako do svätyne vniká mu ľud pohanský, ktorému zakázal si vkročiť do svojho zhromaždenia.

11 (GRM) Πας ο λαος αυτης καταστεναζει, ζητων αρτον· εδωκαν τα επιθυμητα αυτων αντι τροφης, δια να επανελθη η ψυχη αυτων. Ιδε, Κυριε, και επιβλεψον· διοτι εγεινα εξουθενημενη.
11 (KAT)KafVšetok jeho ľud kvíli, hľadajú chlieb; svoje skvosty dali za jedlo, aby sa do nich vrátil život. „Pozriže, Pane, zhliadni, aký som znevážený.“

12 (GRM) Ω, προς υμας, παντες οι διαβαινοντες την οδον· επιβλεψατε και ιδετε, αν ηναι πονος κατα τον πονον μου, οστις εγεινεν εις εμε, με τον οποιον με εθλιψεν ο Κυριος εν τη ημερα της οργης του θυμου αυτου.
12 (KAT)Lamed„Všetci, čo prechádzate cestou, pozrite a viďte, či je bôľ ako môj bôľ, ktorým som postihnutý, ktorým ma poranil Pán v deň pále svojho hnevu!

13 (GRM) Εξαπεστειλεν εξ υψους πυρ επι τα οστα μου και κατεκρατησεν αυτα· ηπλωσε δικτυον εις τους ποδας μου· με εστρεψεν εις τα οπισω· με κατεστησεν ηφανισμενην, ολην την ημεραν οδυνωμενην.
13 (KAT)MemZ výsosti poslal oheň do mojich kostí a pokarhal ma, pred moje nohy rozostrel sieť a nazad ma odohnal, spravil ma spustošeným, nemocným po celý deň.

14 (GRM) Ο ζυγος των ασεβηματων μου συνεσφιγχθη δια της χειρος αυτου· περιεπλεχθησαν, ανεβησαν επι τον τραχηλον μου, κατελυσε την δυναμιν μου· ο Κυριος με παρεδωκεν εις χειρας, εξ ων δεν δυναμαι να εγερθω.
14 (KAT)NunSpriahnuté je jarmo mojich vín, sú popletené v jeho ruke, presahujú mi šiju, klesá mi sila. Pán ma vydal do rúk, nemôžem povstať.

15 (GRM) Ο Κυριος κατεστρωσε παντας τους δυνατους μου εν τω μεσω μου· εκαλεσεν επ' εμε ωρισμενον καιρον δια να συντριψη τους εκλεκτους μου· ο Κυριος επατησεν εν ληνω την παρθενον, την θυγατερα Ιουδα.
15 (KAT)SamechPán zavrhol všetkých vodcov v mojom strede, vyhlásil proti mne sviatok, aby zlomil moju mlaď. Pán šliapal v lise panenskú dcéru Júdovu.

16 (GRM) Δια ταυτα εγω θρηνω· οι οφθαλμοι μου, οι οφθαλμοι μου καταρρεουσιν υδατα· διοτι απεμακρυνθη απ' εμου ο παρηγορητης ο αναζωοποιων την ψυχην μου· οι υιοι μου ηφανισθησαν, διοτι υπερισχυσεν ο εχθρος.
16 (KAT)AjinPre toto ja plačem, oko mi roní vlahu, lebo sa vzdialil ten, čo teší, čo by mi vrátil život. Moji synovia zhynuli, veď nepriateľ zvíťazil!“

17 (GRM) Η Σιων εκτεινει τας χειρας αυτης, δεν υπαρχει ο παρηγορων αυτην· ο Κυριος προσεταξε περι του Ιακωβ· οι εχθροι αυτου περιεκυκλωσαν αυτον· η Ιερουσαλημ εγεινε μεταξυ αυτων ως ακαθαρτος.
17 (KAT)PeSion rozpína ruky, potešiteľa nemá. Pán vzbudil proti Jakubovi jeho susedných nepriateľov, i stal sa Jeruzalem medzi nimi odporným.

18 (GRM) Δικαιος ειναι ο Κυριος διοτι απεστατησα απο του λογου αυτου. Ακουσατε, παρακαλω, παντες οι λαοι, και ιδετε τον πονον μου· αι παρθενοι μου και οι νεανισκοι μου επορευθησαν εις αιχμαλωσιαν.
18 (KAT)Sade„On, Pán je spravodlivý, veď som vzdoroval jeho slovám. Počujže, každý národ, a pozri moju bolesť: panenky moje i junáci odišli do zajatia.

19 (GRM) Εκαλεσα τους αγαπωντας με, αλλ' αυτοι με ηπατησαν· οι ιερεις μου και οι πρεσβυτεροι μου εξεπνευσαν εν τη πολει, διοτι εζητησαν τροφην υπερ εαυτων δια να επανελθη η ψυχη αυτων.
19 (KAT)KofVolal som svojich milých, ale tí ma zradili; kňazi a moji starci zahynuli v meste, pretože si hľadali jedlo, aby si udržali život.

20 (GRM) Ιδε, Κυριε, διοτι θλιβομαι· τα εντοσθια μου ταραττονται, η καρδια μου αναστρεφεται εντος μου, διοτι μεγαλως απεστατησα· εξωθεν ητεκνωσεν η μαχαιρα· εν τω οικω ο θανατος.
20 (KAT)RešPozriže, Pane, je mi krušno, búri sa moje vnútro, srdce sa vo mne zviera, hej, veľmi som sa vzpieral; meč zbíja vonku, vnútri mám tiež smrť.

21 (GRM) Ηκουσαν, διοτι στεναζω· δεν υπαρχει ο παρηγορων με· παντες οι εχθροι μου ηκουσαν την συμφοραν μου· εχαρησαν οτι συ εκαμες τουτο · οταν φερης την ημεραν, την οποιαν εκαλεσας, αυτοι θελουσι γεινει ως εγω.
21 (KAT)ŠinPočuli, že ja vzdychám, potešiteľa nemám, odporci počuli moju skazu, tešili sa, že si ty konal, priviedol si ohlásený deň. Nech ich stihne to, čo mňa!

22 (GRM) Ας ελθη ενωπιον σου πασα η κακια αυτων· και καμε εις αυτους ως εκαμες εις εμε δια παντα τα αμαρτηματα μου· διοτι πολλοι ειναι οι στεναγμοι μου και η καρδια μου εξελιπε.
22 (KAT)TauNech príde k tebe všetka ich zlosť, potom však urob s nimi, ako si spravil so mnou pre všetky moje hriechy! Množstvo je mojich vzdychov a srdce mi je choré.“


Nár 1, 1-22





Verš 2
Ακαταπαυστως κλαιει την νυκτα και τα δακρυα αυτης καταρρεουσιν επι τας σιαγονας αυτης· εκ παντων των αγαπωντων αυτην δεν υπαρχει ο παρηγορων αυτην· παντες οι φιλοι αυτης εφερθησαν προς αυτην απιστως· εχθροι εγειναν εις αυτην.
Ž 6:6 - Απεκαμον εν τω στεναγμω μου· ολην την νυκτα λουω την κλινην μου· με τα δακρυα μου καταβρεχω την στρωμνην μου.

Verš 8
Αμαρτιαν ημαρτησεν η Ιερουσαλημ· δια τουτο εγεινεν ως ακαθαρτος· παντες οι δοξαζοντες αυτην κατεφρονησαν αυτην, διοτι ειδον την ασχημοσυνην αυτης· αυτη δε ανεστεναζε και απεστραφη εις τα οπισω.
Iz 47:3 - Η γυμνωσις σου θελει εκκαλυφθη· ναι, η αισχυνη σου θελει φανη· εκδικησιν θελω λαβει και δεν θελω φεισθη ανθρωπον.

Verš 9
Η ακαθαρσια αυτης ητο εις τα κρασπεδα αυτης· δεν ενεθυμηθη τα τελη αυτης· οθεν εταπεινωθη εξαισιως· δεν υπηρχεν ο παρηγορων αυτην. Ιδε, Κυριε, την θλιψιν μου, διοτι εμεγαλυνθη ο εχθρος.
Dt 32:29 - Ειθε να ησαν σοφοι, να ενοουν τουτο, να εσυλλογιζοντο το τελος αυτων

Verš 11
Πας ο λαος αυτης καταστεναζει, ζητων αρτον· εδωκαν τα επιθυμητα αυτων αντι τροφης, δια να επανελθη η ψυχη αυτων. Ιδε, Κυριε, και επιβλεψον· διοτι εγεινα εξουθενημενη.
Jer 52:6 - Εν τω τεταρτω μηνι, την ενατην του μηνος, η πεινα εκραταιωθη εν τη πολει και δεν υπηρχεν αρτος δια τον λαον του τοπου.

Verš 16
Δια ταυτα εγω θρηνω· οι οφθαλμοι μου, οι οφθαλμοι μου καταρρεουσιν υδατα· διοτι απεμακρυνθη απ' εμου ο παρηγορητης ο αναζωοποιων την ψυχην μου· οι υιοι μου ηφανισθησαν, διοτι υπερισχυσεν ο εχθρος.
Jer 13:17 - Αλλ' εαν δεν ακουσητε τουτο, η ψυχη μου θελει κλαυσει κρυφιως δια την υπερηφανιαν υμων, και ο οφθαλμος μου θελει κλαυσει πικρα και καταρρευσει δακρυα, διοτι το ποιμνιον του Κυριου φερεται εις αιχμαλωσιαν.

Verš 19
Εκαλεσα τους αγαπωντας με, αλλ' αυτοι με ηπατησαν· οι ιερεις μου και οι πρεσβυτεροι μου εξεπνευσαν εν τη πολει, διοτι εζητησαν τροφην υπερ εαυτων δια να επανελθη η ψυχη αυτων.
Jer 30:14 - Παντες οι αγαπητοι σου σε ελησμονησαν· δεν σε ζητουσι· διοτι σε επληγωσα εν πληγη εχθρου, εν τιμωρια σκληρα, εξ αιτιας του πληθους των ανομιων σου· αι αμαρτιαι σου επληθυνθησαν.

Verš 20
Ιδε, Κυριε, διοτι θλιβομαι· τα εντοσθια μου ταραττονται, η καρδια μου αναστρεφεται εντος μου, διοτι μεγαλως απεστατησα· εξωθεν ητεκνωσεν η μαχαιρα· εν τω οικω ο θανατος.
Iz 16:11 - Οθεν τα εντοσθια μου θελουσιν ηχησει ως κιθαρα δια τον Μωαβ, και τα εσωτερικα μου δια την Κιρ-αρες.
Jer 48:36 - Δια τουτο η καρδια μου θελει βομβησει δια τον Μωαβ ως αυλος και η καρδια μου θελει βομβησει ως αυλος δια τους ανδρας της Κιρ-ερες· διοτι τα αποκτηθεντα εις αυτην αγαθα απωλεσθησαν.

Nar 1,0 - Úvodný verš, ktorý obsahuje poznámku o vzniku Nárekov, prekladáme z Vulg. V pôvodine ho niet, ani nepatrí k pôvodnému dielu. Je i v LXX, no trocha kratší.

Nar 1,1 - Prorok vo svojich nárekoch často a hneď aj tu na začiatku zosobňuje Jeruzalem. Mesto ovdovelo, lebo ho opustil Boh (porov. pozn. k Iz 50,1 n.). Kedysi, najmä za časov Dávida a Šalamúna, platili Izraelu poplatky cudzie národy, teraz je Izrael pod cudzím jarmom.

Nar 1,2 - Milenci Izraela boli pohanské národy a ich modly, pre ktoré opustil Pána; porov. Jer 2,25; 3,1 n.; 4,30 atď.

Nar 1,5 - Miesto "triumfujú" znie doslovne: "stali sa hlavou", t. j. dostali sa na vrch.

Nar 1,7 - Dva polstichy, ktoré sme dali do zátvoriek, nepatria do pôvodnej osnovy.

Nar 1,8 - Jeruzalem sa predstavuje zas ako žena v šatách s dlhými, ale nečistými vlečkami.

Nar 1,10 - Dt 23,2-4 sú vypočítané národy, ktoré nesmeli vkročiť ani do svätostánku (neskoršie chrámu), ani do jeho nádvoria.

Nar 1,11 - O hlade v meste pozri Jer 38,9.

Nar 1,12 - Začiatok verša je v hebrejskej osnove porušený, prekladáme ho podľa LXX a Vulg.

Nar 1,13 - Výraz: "pokarhal ma" prekladáme podľa Vulg. V hebr. texte je osnova neistá.

Nar 1,14 - Verš je neistý, ale jeho zmysel môže byť len tento: Jeruzalem sa žaluje: Z mojich hriechov sú upletené povrazy, ktoré Boh drží vo svojich rukách a ktorými mám na šiju pripevnené jarmo. Množstvo mojich hriechov je také veľké, že sa topím v nich, preto ma Pán vydal do rúk nepriateľov, od ktorých sa nemôžem oslobodiť. - Vulg prekladá začiatok: "Bedlil (Pán; t. j. pozoroval) nad jarmom mojich vín".

Nar 1,15 - Deň odplaty bol pre Pána sviatok. - O šliapaní nepriateľov v lise pozri Iz 63,1 n.

Nar 1,20 - Vnútro (doslovne: vnútornosti, črevá) je sídlo citov, podobne ako obličky. Porov. Jer 4,19.

Nar 1,21 - Ohlásený deň je deň, keď na mesto dopadol Bohom predpovedaný trest. Nepriatelia sa tešili, že Boh už nielen hovoril, ale aj konal: trestal národ.