výhody registrácie

1. kniha kráľov

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

1Kr 1, 1-53

1 (LXX) και ο βασιλευς δαυιδ πρεσβυτερος προβεβηκως ημεραις και περιεβαλλον αυτον ιματιοις και ουκ εθερμαινετο
1 (KAT) Keď bol kráľ Dávid starec vysokého veku, nevedel sa zohriať, hoci ho zakrývali šatami.

2 (LXX) και ειπον οι παιδες αυτου ζητησατωσαν τω κυριω ημων τω βασιλει παρθενον νεανιδα και παραστησεται τω βασιλει και εσται αυτον θαλπουσα και κοιμηθησεται μετ' αυτου και θερμανθησεται ο κυριος ημων ο βασιλευς
2 (KAT) Vtedy mu jeho sluhovia hovorili: „Nech pohľadajú kráľovskému pánovi panenské dievča, ktoré bude kráľa obsluhovať a opatrovať. Ono bude spať v tvojom lone a kráľovský pán sa rozohreje.“

3 (LXX) και εζητησαν νεανιδα καλην εκ παντος οριου ισραηλ και ευρον την αβισακ την σωμανιτιν και ηνεγκαν αυτην προς τον βασιλεα
3 (KAT) Hľadali teda po celom izraelskom území pekné dievča. Našli Sunamitku Abisagu a priviedli ju ku kráľovi.

4 (LXX) και η νεανις καλη εως σφοδρα και ην θαλπουσα τον βασιλεα και ελειτουργει αυτω και ο βασιλευς ουκ εγνω αυτην
4 (KAT) Dievča bolo až veľmi pekné; bolo kráľovou ošetrovateľkou, posluhovalo mu, ale kráľ ho nepoznal.

5 (LXX) και αδωνιας υιος αγγιθ επηρετο λεγων εγω βασιλευσω και εποιησεν εαυτω αρματα και ιππεις και πεντηκοντα ανδρας παρατρεχειν εμπροσθεν αυτου
5 (KAT) Adoniáš, syn Hagity, sa nadýmal a hovoril: „Ja budem kráľom.“ A zaopatril si vozy, jazdcov a päťdesiat mužov, ktorí bežali pred ním.

6 (LXX) και ουκ απεκωλυσεν αυτον ο πατηρ αυτου ουδεποτε λεγων δια τι συ εποιησας και γε αυτος ωραιος τη οψει σφοδρα και αυτον ετεκεν οπισω αβεσσαλωμ
6 (KAT) Otec ho nikdy nezahriakol slovom: „Prečo to robíš?!“ Aj on mal veľmi peknú postavu a podľa narodenia nasledoval po Absolónovi.

7 (LXX) και εγενοντο οι λογοι αυτου μετα ιωαβ του υιου σαρουιας και μετα αβιαθαρ του ιερεως και εβοηθουν οπισω αδωνιου
7 (KAT) Vyjednával s Joabom, synom Sarvie, a kňazom Abiatarom, ktorí podporovali Adoniášovu stranu.

8 (LXX) και σαδωκ ο ιερευς και βαναιας υιος ιωδαε και ναθαν ο προφητης και σεμει και ρηι και οι δυνατοι του δαυιδ ουκ ησαν οπισω αδωνιου
8 (KAT) Ale kňaz Sadok, Jojadov syn Banaiáš, prorok Nátan, Semei, Rei a hrdinovia, ktorých mal Dávid, nedržali s Adoniášom.

9 (LXX) και εθυσιασεν αδωνιας προβατα και μοσχους και αρνας μετα λιθου του ζωελεθ ος ην εχομενα της πηγης ρωγηλ και εκαλεσεν παντας τους αδελφους αυτου και παντας τους αδρους ιουδα παιδας του βασιλεως
9 (KAT) Adoniáš obetoval ovce, dobytok, kŕmne teľce pri skale Zochelet, ktorá bola vedľa prameňa Rogel. I pozval všetkých svojich bratov, kráľových synov, a všetkých Júdovcov, ktorí boli v službe kráľa,

10 (LXX) και τον ναθαν τον προφητην και βαναιαν και τους δυνατους και τον σαλωμων αδελφον αυτου ουκ εκαλεσεν
10 (KAT) ale proroka Nátana, Banaiáša, hrdinov a svojho brata Šalamúna nepozval.

11 (LXX) και ειπεν ναθαν προς βηρσαβεε μητερα σαλωμων λεγων ουκ ηκουσας οτι εβασιλευσεν αδωνιας υιος αγγιθ και ο κυριος ημων δαυιδ ουκ εγνω
11 (KAT) Vtedy povedal Nátan Šalamúnovej matke Betsabe: „Nepočula si, že sa Adoniáš, syn Hagity, stal kráľom a náš pán, Dávid, o tom ani nevie?

12 (LXX) και νυν δευρο συμβουλευσω σοι δη συμβουλιαν και εξελου την ψυχην σου και την ψυχην του υιου σου σαλωμων
12 (KAT) Preto teraz poď, poradím ti, ako si zachrániš život a život svojho syna Šalamúna.

13 (LXX) δευρο εισελθε προς τον βασιλεα δαυιδ και ερεις προς αυτον λεγουσα ουχι συ κυριε μου βασιλευ ωμοσας τη δουλη σου λεγων οτι σαλωμων ο υιος σου βασιλευσει μετ' εμε και αυτος καθιειται επι του θρονου μου και τι οτι εβασιλευσεν αδωνιας
13 (KAT) Vyber sa a choď ku kráľovi Dávidovi a povedz mu: Nezaprisahal si sa, môj kráľovský pane, svojej služobnici: »Tvoj syn Šalamún bude po mne kraľovať a on bude sedieť na mojom tróne!«? Prečo sa teda stal kráľom Adoniáš?

14 (LXX) και ιδου ετι λαλουσης σου εκει μετα του βασιλεως και εγω εισελευσομαι οπισω σου και πληρωσω τους λογους σου
14 (KAT) A kým ty budeš ešte hovoriť s kráľom, vkročím za tebou ja a doplním tvoje slová.“

15 (LXX) και εισηλθεν βηρσαβεε προς τον βασιλεα εις το ταμιειον και ο βασιλευς πρεσβυτης σφοδρα και αβισακ η σωμανιτις ην λειτουργουσα τω βασιλει
15 (KAT) A tak Betsabe vošla ku kráľovi do izby. Kráľ bol veľmi starý a Sunamitka Abisag posluhovala kráľovi.

16 (LXX) και εκυψεν βηρσαβεε και προσεκυνησεν τω βασιλει και ειπεν ο βασιλευς τι εστιν σοι
16 (KAT) Keď sa Betsabe uklonila a vrhla sa pred kráľom (na zem), kráľ sa spýtal: „Čo chceš?“

17 (LXX) η δε ειπεν κυριε μου βασιλευ συ ωμοσας εν κυριω τω θεω σου τη δουλη σου λεγων οτι σαλωμων ο υιος σου βασιλευσει μετ' εμε και αυτος καθησεται επι του θρονου μου
17 (KAT) Odpovedala mu: „Môj Pane, ty si sa svojej služobnici zaprisahal na Pána, svojho Boha: »Tvoj syn Šalamún bude po mne kraľovať a on bude sedieť na mojom tróne!«

18 (LXX) και νυν ιδου αδωνιας εβασιλευσεν και συ κυριε μου βασιλευ ουκ εγνως
18 (KAT) Teraz sa však stal kráľom Adoniáš a ty, môj kráľovský pane, o tom ani nevieš.

19 (LXX) και εθυσιασεν μοσχους και αρνας και προβατα εις πληθος και εκαλεσεν παντας τους υιους του βασιλεως και αβιαθαρ τον ιερεα και ιωαβ τον αρχοντα της δυναμεως και τον σαλωμων τον δουλον σου ουκ εκαλεσεν
19 (KAT) Obetoval množstvo dobytka, kŕmnych teliec a oviec a povolal všetkých kráľových synov aj kňaza Abiatara a veliteľa vojska Joaba, ale tvojho sluhu Šalamúna nepozval.

20 (LXX) και συ κυριε μου βασιλευ οι οφθαλμοι παντος ισραηλ προς σε απαγγειλαι αυτοις τις καθησεται επι του θρονου του κυριου μου του βασιλεως μετ' αυτον
20 (KAT) A na teba sú, môj kráľovský pane, upreté oči všetkých Izraelitov, aby si im oznámil, kto zaujme trón môjho kráľovského pána po ňom.

21 (LXX) και εσται ως αν κοιμηθη ο κυριος μου ο βασιλευς μετα των πατερων αυτου και εσομαι εγω και ο υιος μου σαλωμων αμαρτωλοι
21 (KAT) Lebo až sa môj kráľovský pán uloží k svojim otcom, budeme tu ja a môj syn Šalamún ako vinníci.“

22 (LXX) και ιδου ετι αυτης λαλουσης μετα του βασιλεως και ναθαν ο προφητης ηλθεν
22 (KAT) Ešte hovorila s kráľom, keď prišiel prorok Nátan.

23 (LXX) και ανηγγελη τω βασιλει ιδου ναθαν ο προφητης και εισηλθεν κατα προσωπον του βασιλεως και προσεκυνησεν τω βασιλει κατα προσωπον αυτου επι την γην
23 (KAT) Kráľovi oznámili: „Je tu prorok Nátan.“ Keď prišiel pred kráľa, vrhol sa pred kráľom tvárou na zem.

24 (LXX) και ειπεν ναθαν κυριε μου βασιλευ συ ειπας αδωνιας βασιλευσει οπισω μου και αυτος καθησεται επι του θρονου μου
24 (KAT) A Nátan povedal: „Kráľovský pane, ty si určil: »Adoniáš bude panovať a on bude sedieť na mojom tróne!«?

25 (LXX) οτι κατεβη σημερον και εθυσιασεν μοσχους και αρνας και προβατα εις πληθος και εκαλεσεν παντας τους υιους του βασιλεως και τους αρχοντας της δυναμεως και αβιαθαρ τον ιερεα και ιδου εισιν εσθιοντες και πινοντες ενωπιον αυτου και ειπαν ζητω ο βασιλευς αδωνιας
25 (KAT) Lebo dnes išiel dolu a obetoval množstvo dobytka, oviec a kŕmnych teliec. A pozval všetkých kráľových synov, veliteľov vojska a kňaza Abiatara a teraz jedia a pijú pred ním a volajú: Nech žije kráľ Adoniáš!

26 (LXX) και εμε αυτον τον δουλον σου και σαδωκ τον ιερεα και βαναιαν υιον ιωδαε και σαλωμων τον δουλον σου ουκ εκαλεσεν
26 (KAT) Mňa však, tvojho sluhu, kňaza Sadoka, Jojadovho syna Banaiáša a tvojho sluhu Šalamúna nepozval.

27 (LXX) ει δια του κυριου μου του βασιλεως γεγονεν το ρημα τουτο και ουκ εγνωρισας τω δουλω σου τις καθησεται επι τον θρονον του κυριου μου του βασιλεως μετ' αυτον
27 (KAT) Ak táto vec pochádza od môjho kráľovského pána, tak si svojmu sluhovi nedal vedieť, kto zaujme ako nástupca trón môjho kráľovského pána.“

28 (LXX) και απεκριθη δαυιδ και ειπεν καλεσατε μοι την βηρσαβεε και εισηλθεν ενωπιον του βασιλεως και εστη ενωπιον αυτου
28 (KAT) Nato sa ozval kráľ Dávid a povedal: „Zavolajte mi Betsabe!“ Ona vošla ku kráľovi a ostala stáť pred kráľom.

29 (LXX) και ωμοσεν ο βασιλευς και ειπεν ζη κυριος ος ελυτρωσατο την ψυχην μου εκ πασης θλιψεως
29 (KAT) Vtedy sa kráľ zaprisahal: „Ako žije Pán, ktorý vyslobodil môj život z každej úzkosti,

30 (LXX) οτι καθως ωμοσα σοι εν κυριω τω θεω ισραηλ λεγων οτι σαλωμων ο υιος σου βασιλευσει μετ' εμε και αυτος καθησεται επι του θρονου μου αντ' εμου οτι ουτως ποιησω τη ημερα ταυτη
30 (KAT) ako som sa ti na Pána, Izraelovho Boha zaprisahal, že tvoj syn Šalamún bude po mne kraľovať a on bude sedieť namiesto mňa na mojom tróne, tak to dnes aj urobím.“

31 (LXX) και εκυψεν βηρσαβεε επι προσωπον επι την γην και προσεκυνησεν τω βασιλει και ειπεν ζητω ο κυριος μου ο βασιλευς δαυιδ εις τον αιωνα
31 (KAT) Nato sa Betsabe uklonila tvárou až po zem, vrhla sa pred kráľa a povedala: „Nech žije môj kráľovský pán Dávid naveky!“

32 (LXX) και ειπεν ο βασιλευς δαυιδ καλεσατε μοι σαδωκ τον ιερεα και ναθαν τον προφητην και βαναιαν υιον ιωδαε και εισηλθον ενωπιον του βασιλεως
32 (KAT) Potom kráľ Dávid rozkázal: „Zavolajte mi kňaza Sadoka, proroka Nátana a Jojadovho syna Banaiáša!“ Keď prišli pred kráľa,

33 (LXX) και ειπεν ο βασιλευς αυτοις λαβετε τους δουλους του κυριου υμων μεθ' υμων και επιβιβασατε τον υιον μου σαλωμων επι την ημιονον την εμην και καταγαγετε αυτον εις τον γιων
33 (KAT) kráľ im povedal: „Vezmite so sebou sluhov svojho pána, môjho syna Šalamúna posaďte na moju vlastnú mulicu a veďte ho dolu ku Gihonu!

34 (LXX) και χρισατω αυτον εκει σαδωκ ο ιερευς και ναθαν ο προφητης εις βασιλεα επι ισραηλ και σαλπισατε κερατινη και ερειτε ζητω ο βασιλευς σαλωμων
34 (KAT) Tam nech ho kňaz Sadok a prorok Nátan pomažú za kráľa nad Izraelom. Potom trúbte na trúbe a volajte: Nech žije kráľ Šalamún!

35 (LXX) και καθησεται επι του θρονου μου και αυτος βασιλευσει αντ' εμου και εγω ενετειλαμην του ειναι εις ηγουμενον επι ισραηλ και ιουδα
35 (KAT) Potom s ním príďte hore a keď vojde, nech sa posadí na môj trón, lebo on bude kraľovať namiesto mňa, jeho som určil, aby bol kniežaťom nad celým Izraelom a Júdom.“

36 (LXX) και απεκριθη βαναιας υιος ιωδαε τω βασιλει και ειπεν γενοιτο ουτως πιστωσαι κυριος ο θεος του κυριου μου του βασιλεως
36 (KAT) Nato Jojadov syn Banaiáš odpovedal kráľovi: „Tak je. Tak nech to splní Pán, Boh môjho kráľovského pána!

37 (LXX) καθως ην κυριος μετα του κυριου μου του βασιλεως ουτως ειη μετα σαλωμων και μεγαλυναι τον θρονον αυτου υπερ τον θρονον του κυριου μου του βασιλεως δαυιδ
37 (KAT) Ako bol Pán s mojím kráľovským pánom, tak nech je so Šalamúnom a nech väčšmi vyvýši jeho trón ako trón môjho kráľovského pána Dávida!“

38 (LXX) και κατεβη σαδωκ ο ιερευς και ναθαν ο προφητης και βαναιας υιος ιωδαε και ο χερεθθι και ο φελεθθι και επεκαθισαν τον σαλωμων επι την ημιονον του βασιλεως δαυιδ και απηγαγον αυτον εις τον γιων
38 (KAT) Nato kňaz Sadok, prorok Nátan, Jojadov syn Banaiáš, Kereťania a Feleťania išli dolu, posadili Šalamúna na mulicu kráľa Dávida a zaviedli ho ku Gihonu.

39 (LXX) και ελαβεν σαδωκ ο ιερευς το κερας του ελαιου εκ της σκηνης και εχρισεν τον σαλωμων και εσαλπισεν τη κερατινη και ειπεν πας ο λαος ζητω ο βασιλευς σαλωμων
39 (KAT) Kňaz Sadok vzal zo stanu roh s olejom a Šalamúna pomazal. Potom trúbili na trúbu a všetok ľud volal: „Nech žije kráľ Šalamún!“

40 (LXX) και ανεβη πας ο λαος οπισω αυτου και εχορευον εν χοροις και ευφραινομενοι ευφροσυνην μεγαλην και ερραγη η γη εν τη φωνη αυτων
40 (KAT) Potom všetok ľud vystupoval za ním, ľudia hrali na flautách a radovali sa tak veľmi, že sa až zem pukala od ich jasotu.

41 (LXX) και ηκουσεν αδωνιας και παντες οι κλητοι αυτου και αυτοι συνετελεσαν φαγειν και ηκουσεν ιωαβ την φωνην της κερατινης και ειπεν τις η φωνη της πολεως ηχουσης
41 (KAT) Adoniáš a všetci pozvaní, ktorí boli s ním, dopočuli sa o tom, práve keď dokončili hostinu. Keď Joab počul zvuk trúby, pýtal sa: „Prečo je celé mesto vzrušené?“

42 (LXX) ετι αυτου λαλουντος και ιδου ιωναθαν υιος αβιαθαρ του ιερεως ηλθεν και ειπεν αδωνιας εισελθε οτι ανηρ δυναμεως ει συ και αγαθα ευαγγελισαι
42 (KAT) Ešte hovoril a už prišiel Jonatán, syn kňaza Abiatara. Adoniáš povedal: „Poď! Si udatný muž a nesieš dobrý chýr.“

43 (LXX) και απεκριθη ιωναθαν και ειπεν και μαλα ο κυριος ημων ο βασιλευς δαυιδ εβασιλευσεν τον σαλωμων
43 (KAT) Ale Jonatán odpovedal a vravel Adoniášovi: „Veru nie! Náš pán, kráľ Dávid, ustanovil za kráľa Šalamúna.

44 (LXX) και απεστειλεν ο βασιλευς μετ' αυτου τον σαδωκ τον ιερεα και ναθαν τον προφητην και βαναιαν υιον ιωδαε και τον χερεθθι και τον φελεθθι και επεκαθισαν αυτον επι την ημιονον του βασιλεως
44 (KAT) Kráľ s ním poslal kňaza Sadoka, proroka Nátana, Jojadovho syna Banaiáša, Kereťanov a Feleťanov. Oni ho posadili na kráľovu mulicu,

45 (LXX) και εχρισαν αυτον σαδωκ ο ιερευς και ναθαν ο προφητης εις βασιλεα εν τω γιων και ανεβησαν εκειθεν ευφραινομενοι και ηχησεν η πολις αυτη η φωνη ην ηκουσατε
45 (KAT) potom ho kňaz Sadok a prorok Nátan pomazali v Gihone za kráľa a odtiaľ ho viedli s radosťou, takže sa vzrušilo celé mesto. To bol hluk, čo ste počuli.

46 (LXX) και εκαθισεν σαλωμων επι θρονον της βασιλειας
46 (KAT) Šalamún už aj zaujal kráľovský trón

47 (LXX) και εισηλθον οι δουλοι του βασιλεως ευλογησαι τον κυριον ημων τον βασιλεα δαυιδ λεγοντες αγαθυναι ο θεος το ονομα σαλωμων του υιου σου υπερ το ονομα σου και μεγαλυναι τον θρονον αυτου υπερ τον θρονον σου και προσεκυνησεν ο βασιλευς επι την κοιτην αυτου
47 (KAT) a kráľovi sluhovia už aj prišli blahoželať nášmu kráľovskému pánovi, Dávidovi: »Nech tvoj Boh urobí meno Šalamúna ešte zvučnejším ako tvoje meno a jeho trón nech vyvýši väčšmi ako tvoj trón!« Pritom sa kráľ uklonil na lôžku.

48 (LXX) και γε ουτως ειπεν ο βασιλευς ευλογητος κυριος ο θεος ισραηλ ος εδωκεν σημερον εκ του σπερματος μου καθημενον επι του θρονου μου και οι οφθαλμοι μου βλεπουσιν
48 (KAT) Potom kráľ hovoril: »Nech je zvelebený Pán, Boh Izraela, ktorý dal, aby som dnes na vlastné oči videl tróniaceho na mojom tróne!«“

49 (LXX) και εξεστησαν και εξανεστησαν παντες οι κλητοι του αδωνιου και απηλθον ανηρ εις την οδον αυτου
49 (KAT) Tu sa všetci Adoniášovi pozvaní naľakali, zobrali sa a každý šiel svojou cestou.

50 (LXX) και αδωνιας εφοβηθη απο προσωπου σαλωμων και ανεστη και απηλθεν και επελαβετο των κερατων του θυσιαστηριου
50 (KAT) Adoniáš sa však tak bál Šalamúna, že vstal a išiel sa chytiť rohov oltára.

51 (LXX) και ανηγγελη τω σαλωμων λεγοντες ιδου αδωνιας εφοβηθη τον βασιλεα σαλωμων και κατεχει των κερατων του θυσιαστηριου λεγων ομοσατω μοι σημερον ο βασιλευς σαλωμων ει ου θανατωσει τον δουλον αυτου εν ρομφαια
51 (KAT) Šalamúnovi oznámili: „Adoniáš sa bojí kráľa Šalamúna, preto sa chytil rohov oltára a hovorí: »Nech sa mi dnes kráľ Šalamún zaprisahá, že nedá svojho sluhu zabiť mečom!«“

52 (LXX) και ειπεν σαλωμων εαν γενηται εις υιον δυναμεως ει πεσειται των τριχων αυτου επι την γην και εαν κακια ευρεθη εν αυτω θανατωθησεται
52 (KAT) Šalamún odpovedal: „Ak bude statočný, vlások mu nespadne na zem, ale ak sa zistí, že je zlý, zomrie.“

53 (LXX) και απεστειλεν ο βασιλευς σαλωμων και κατηνεγκεν αυτον απανωθεν του θυσιαστηριου και εισηλθεν και προσεκυνησεν τω βασιλει σαλωμων και ειπεν αυτω σαλωμων δευρο εις τον οικον σου
53 (KAT) Potom ho kráľ Šalamún dal odviesť od oltára dolu. Keď prišiel, vrhol sa pred Šalamúna a Šalamún mu povedal: „Choď domov!“


1Kr 1, 1-53





Verš 9
και εθυσιασεν αδωνιας προβατα και μοσχους και αρνας μετα λιθου του ζωελεθ ος ην εχομενα της πηγης ρωγηλ και εκαλεσεν παντας τους αδελφους αυτου και παντας τους αδρους ιουδα παιδας του βασιλεως
Joz 15:7 - και προσαναβαινει τα ορια επι το τεταρτον της φαραγγος αχωρ και καταβαινει επι γαλγαλ η εστιν απεναντι της προσβασεως αδδαμιν η εστιν κατα λιβα τη φαραγγι και διεκβαλει επι το υδωρ πηγης ηλιου και εσται αυτου η διεξοδος πηγη ρωγηλ
Joz 18:16 - και καταβησεται τα ορια επι μερους του ορους ο εστιν κατα προσωπον ναπης ονναμ ο εστιν εκ μερους εμεκραφαιν απο βορρα και καταβησεται γαιεννα επι νωτου ιεβουσαι απο λιβος και καταβησεται επι πηγην ρωγηλ

Verš 39
και ελαβεν σαδωκ ο ιερευς το κερας του ελαιου εκ της σκηνης και εχρισεν τον σαλωμων και εσαλπισεν τη κερατινη και ειπεν πας ο λαος ζητω ο βασιλευς σαλωμων
1Sam 20:24 - και κρυπτεται δαυιδ εν αγρω και παραγινεται ο μην και ερχεται ο βασιλευς επι την τραπεζαν του φαγειν

Verš 5
και αδωνιας υιος αγγιθ επηρετο λεγων εγω βασιλευσω και εποιησεν εαυτω αρματα και ιππεις και πεντηκοντα ανδρας παρατρεχειν εμπροσθεν αυτου
2Sam 15:1 - και εγενετο μετα ταυτα και εποιησεν εαυτω αβεσσαλωμ αρματα και ιππους και πεντηκοντα ανδρας παρατρεχειν εμπροσθεν αυτου

Verš 6
και ουκ απεκωλυσεν αυτον ο πατηρ αυτου ουδεποτε λεγων δια τι συ εποιησας και γε αυτος ωραιος τη οψει σφοδρα και αυτον ετεκεν οπισω αβεσσαλωμ
1Krn 3:2 - ο τριτος αβεσσαλωμ υιος μωχα θυγατρος θολμαι βασιλεως γεδσουρ ο τεταρτος αδωνια υιος αγγιθ

Verš 7
και εγενοντο οι λογοι αυτου μετα ιωαβ του υιου σαρουιας και μετα αβιαθαρ του ιερεως και εβοηθουν οπισω αδωνιου
1Kr 2:22 - και απεκριθη σαλωμων ο βασιλευς και ειπεν τη μητρι αυτου και ινα τι συ ητησαι την αβισακ τω αδωνια και αιτησαι αυτω την βασιλειαν οτι ουτος αδελφος μου ο μεγας υπερ εμε και αυτω αβιαθαρ ο ιερευς και αυτω ιωαβ ο υιος σαρουιας ο αρχιστρατηγος εταιρος
1Kr 2:28 - και η ακοη ηλθεν εως ιωαβ του υιου σαρουιας οτι ιωαβ ην κεκλικως οπισω αδωνιου και οπισω σαλωμων ουκ εκλινεν και εφυγεν ιωαβ εις το σκηνωμα του κυριου και κατεσχεν των κερατων του θυσιαστηριου

1Kr 1,3 - Sunam, dnešné Sólam, je na Jezraelskej rovine, blízko mesta Magedo.

1Kr 1,4 - Sväté písmo zdôrazňuje, že Abisag ostala nedotknutá, hoci si ju kráľ, podľa vtedy trpeného zlozvyku mnohoženstva mohol vziať za manželku. Ba z toho, čo sa píše v 2,13-25, možno usudzovať, že mu aj bola manželkou. Podľa vtedajších náhľadov tomu patril trón, kto zdedil manželky kráľove; porov. 2 Sam 3,7; 12,8; 16,20-22. Preto sa aj Adoniáš uchádza o ruku Abisagy, lenže Šalamún nazrel do jeho plánov; porov. 2,22.

1Kr 1,5 - Porov. 2 Sam 3,4. - Ako kedysi Absolón aj Adoniáš sa obklopil kráľovskou nádherou; porov. 1 Sam 8,11.

1Kr 1,6 - Starší bratia Adoniáša boli mŕtvi, preto si robil nárok na kráľovskú korunu.

1Kr 1,7-8 - Všetky tu spomínané osoby sú známe z kníh Samuelových, okrem Semeiho a Reiho, o ktorých však nič bližšieho nevieme. Semeiho neslobodno zmýliť s Dávidovým nepriateľom toho istého mena, o ktorom 2,8.

1Kr 1,9 - Meno "Skala Zochelet" prekladajú niektorí "Hadia skala". - O prameni Rogel pozri 2 Sam 17,17.

1Kr 1,12 - Nátan vie, že by sa Adoniáš, ak by po otcovej smrti nastúpil na trón, ľahko zbavil nebezpečného soka Šalamúna aj jeho matky.

1Kr 1,21 - "Uložiť sa k svojim otcom" znamená zomrieť.

1Kr 1,33 - Gihon (porov. 2 Krn 32,30) je dnešný mariánsky prameň v údolí Kedron v Jeruzaleme.

1Kr 1,36 - Verš prekladáme podľa LXX. Dnešný hebr. text je porušený.

1Kr 1,38 - O Kereťanoch a Feleťanoch pozri 2 Sam 8,18.

1Kr 1,39 - Bol to stan, ktorý Dávid dal postaviť pre archu zmluvy (2 Sam 6,16 n.).

1Kr 1,50 - Rohy pokladali za veľmi dôležitú časť oltára. Kto chcel použiť útočištné právo oltára, chytil sa jeho rohov. Kým sa ich držal, nik sa ho nesmel dotknúť.