výhody registrácie

Kniha proroka Jonáša

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

Jon 1, 1-16

1 (LXX) και εγενετο λογος κυριου προς ιωναν τον του αμαθι λεγων
1 (KAT) Pán prehovoril k Jonášovi, synovi Amatiho, takto:

2 (LXX) αναστηθι και πορευθητι εις νινευη την πολιν την μεγαλην και κηρυξον εν αυτη οτι ανεβη η κραυγη της κακιας αυτης προς με
2 (KAT) „Vstaň, choď do veľkého mesta Ninive a zvestuj mu, že ich zloba vystúpila predo mňa.“

3 (LXX) και ανεστη ιωνας του φυγειν εις θαρσις εκ προσωπου κυριου και κατεβη εις ιοππην και ευρεν πλοιον βαδιζον εις θαρσις και εδωκεν το ναυλον αυτου και ενεβη εις αυτο του πλευσαι μετ' αυτων εις θαρσις εκ προσωπου κυριου
3 (KAT) Ale Jonáš vstal a chcel utiecť spred Pána do Taršišu; išiel do Joppe, kde našiel loď, ktorá išla do Taršišu, dal jej svoje plavné a nastúpil do nej, aby šiel s nimi do Taršišu spred Pána.

4 (LXX) και κυριος εξηγειρεν πνευμα εις την θαλασσαν και εγενετο κλυδων μεγας εν τη θαλασση και το πλοιον εκινδυνευεν συντριβηναι
4 (KAT) Ale Pán zoslal na more veľký vietor, takže sa na mori strhla veľká búrka a lodi hrozilo stroskotanie.

5 (LXX) και εφοβηθησαν οι ναυτικοι και ανεβοων εκαστος προς τον θεον αυτων και εκβολην εποιησαντο των σκευων των εν τω πλοιω εις την θαλασσαν του κουφισθηναι απ' αυτων ιωνας δε κατεβη εις την κοιλην του πλοιου και εκαθευδεν και ερρεγχεν
5 (KAT) Námorníci sa báli a každý volal k svojmu bohu; náradie, ktoré bolo na lodi, pohádzali do mora, aby ju od neho odbremenili. Jonáš však zišiel do vnútra lode, ľahol si a spal.

6 (LXX) και προσηλθεν προς αυτον ο πρωρευς και ειπεν αυτω τι συ ρεγχεις αναστα και επικαλου τον θεον σου οπως διασωση ο θεος ημας και μη απολωμεθα
6 (KAT) Tu pristúpil k nemu veliteľ lode a povedal mu: „Čože, ty spíš? Vstaň, volaj k svojmu Bohu, azda si Boh spomenie na nás a nezahynieme.“

7 (LXX) και ειπεν εκαστος προς τον πλησιον αυτου δευτε βαλωμεν κληρους και επιγνωμεν τινος ενεκεν η κακια αυτη εστιν εν ημιν και εβαλον κληρους και επεσεν ο κληρος επι ιωναν
7 (KAT) I vraveli si druh druhovi: „Nože, hoďme žreb a dozvieme sa, pre koho nás stihlo toto nešťastie.“ Hodili teda žreb a žreb padol na Jonáša.

8 (LXX) και ειπον προς αυτον απαγγειλον ημιν τινος ενεκεν η κακια αυτη εστιν εν ημιν τις σου η εργασια εστιν και ποθεν ερχη και εκ ποιας χωρας και εκ ποιου λαου ει συ
8 (KAT) I spytovali sa ho: „Povedzže nám, prečo nás stihlo toto nešťastie? Čo máš za poslanie a odkiaľ ideš? Ktorá je tvoja vlasť a z ktorého si národa?“

9 (LXX) και ειπεν προς αυτους δουλος κυριου εγω ειμι και τον κυριον θεον του ουρανου εγω σεβομαι ος εποιησεν την θαλασσαν και την ξηραν
9 (KAT) Odpovedal im: „Hebrej som a som ctiteľ Pána, Boha nebies, ktorý učinil more a suchú zem.“

10 (LXX) και εφοβηθησαν οι ανδρες φοβον μεγαν και ειπαν προς αυτον τι τουτο εποιησας διοτι εγνωσαν οι ανδρες οτι εκ προσωπου κυριου ην φευγων οτι απηγγειλεν αυτοις
10 (KAT) Mužov pojal veľký strach a hovorili mu: „Čo si to urobil?“ Chlapi totiž vedeli, že uteká spred Pána, lebo im to povedal.

11 (LXX) και ειπαν προς αυτον τι σοι ποιησωμεν και κοπασει η θαλασσα αφ' ημων οτι η θαλασσα επορευετο και εξηγειρεν μαλλον κλυδωνα
11 (KAT) Pýtali sa ho: „Čo máme s tebou urobiť, aby sa more pod nami utíšilo?“ More sa totiž búrilo čoraz väčšmi.

12 (LXX) και ειπεν ιωνας προς αυτους αρατε με και εμβαλετε με εις την θαλασσαν και κοπασει η θαλασσα αφ' υμων διοτι εγνωκα εγω οτι δι' εμε ο κλυδων ο μεγας ουτος εφ' υμας εστιν
12 (KAT) Povedal im: „Chyťte ma a hoďte do mora, potom sa more pod vami utíši. Veď ja viem, že vás pre mňa zastihla táto veľká búrka.“

13 (LXX) και παρεβιαζοντο οι ανδρες του επιστρεψαι προς την γην και ουκ ηδυναντο οτι η θαλασσα επορευετο και εξηγειρετο μαλλον επ' αυτους
13 (KAT) Ale mužovia veslovali, aby sa priplavili naspäť k suchej zemi, no nemohli, pretože sa more pod nimi čoraz viac búrilo.

14 (LXX) και ανεβοησαν προς κυριον και ειπαν μηδαμως κυριε μη απολωμεθα ενεκεν της ψυχης του ανθρωπου τουτου και μη δως εφ' ημας αιμα δικαιον οτι συ κυριε ον τροπον εβουλου πεποιηκας
14 (KAT) Preto volali k Pánovi: „Ach, Pane, nech nezahynieme pre život tohto človeka a neuvaľ na nás nevinnú krv! Veď ty si Pán a urobil si, ako sa ti páčilo.“

15 (LXX) και ελαβον τον ιωναν και εξεβαλον αυτον εις την θαλασσαν και εστη η θαλασσα εκ του σαλου αυτης
15 (KAT) I chytili Jonáša a hodili ho do mora, načo more prestalo zúriť.

16 (LXX) και εφοβηθησαν οι ανδρες φοβω μεγαλω τον κυριον και εθυσαν θυσιαν τω κυριω και ευξαντο ευχας
16 (KAT) Tu pojal mužov veľký strach pred Pánom a obetovali Pánovi obetu a zaviazali sa sľubmi.


Jon 1, 1-16





Verš 17
Mt 12:40 -
Mt 16:4 -
Lk 11:30 -

Verš 2
αναστηθι και πορευθητι εις νινευη την πολιν την μεγαλην και κηρυξον εν αυτη οτι ανεβη η κραυγη της κακιας αυτης προς με
Gn 10:11 - εκ της γης εκεινης εξηλθεν ασσουρ και ωκοδομησεν την νινευη και την ροωβωθ πολιν και την χαλαχ
Jon 3:3 - και ανεστη ιωνας και επορευθη εις νινευη καθως ελαλησεν κυριος η δε νινευη ην πολις μεγαλη τω θεω ωσει πορειας οδου ημερων τριων

Jon 1,1 - O Jonášovi pozri úvod k tomuto prorokovi.

Jon 1,2 - Ninive bolo asi od panovania Sennacheriba (705–681) sídlom asýrskych kráľov.

Jon 1,3 - O Taršiši pozri pozn. k Iz 2,16. – Jonáš uteká, lebo je neprajný pohanom a bojí sa, žeby sa na jeho kázne obrátili a Boh by im odpustil; porov. 4,2; "spred Pána" čo najďalej.

Jon 1,5 - Námorníci boli z rozličných národov, preto uctievali rozličné falošné božstvá.

Jon 1,9 - Cudzinci volali Izraelitov Hebrejmi.

Jon 1,16 - Prvú obetu priniesli Pánovi hneď na lodi, na ostatné sa zaviazali sľubmi.