výhody registrácie

Kniha proroka Jeremiáša

Biblia - Sväté písmo

(LXX - Grécky - LXX)

Jer 9, 1-26

1 (LXX) τις δωη μοι εν τη ερημω σταθμον εσχατον και καταλειψω τον λαον μου και απελευσομαι απ' αυτων οτι παντες μοιχωνται συνοδος αθετουντων
1 (ROH) Oj, aby moja hlava bola vodou a moje oko prameňom sĺz, aby som oplakával vodne i vnoci pobitých dcéry svojho ľudu!

2 (LXX) και ενετειναν την γλωσσαν αυτων ως τοξον ψευδος και ου πιστις ενισχυσεν επι της γης οτι εκ κακων εις κακα εξηλθοσαν και εμε ουκ εγνωσαν
2 (ROH) Oj, aby som mal na púšti príchylok pocestných na noc, aby som opustil svoj ľud a odišiel od nich! Lebo všetci sú cudzoložníkmi, sberbou spreneverilcov.

3 (LXX) εκαστος απο του πλησιον αυτου φυλαξασθε και επ' αδελφοις αυτων μη πεποιθατε οτι πας αδελφος πτερνη πτερνιει και πας φιλος δολιως πορευσεται
3 (ROH) Naťahujú svoj jazyk sťa svoje lučište ku lži. Ale nie za pravdu sú oni mocní v zemi, lebo idú zo zlého do zlého a mňa neznajú, hovorí Hospodin.

4 (LXX) εκαστος κατα του φιλου αυτου καταπαιξεται αληθειαν ου μη λαλησωσιν μεμαθηκεν η γλωσσα αυτων λαλειν ψευδη ηδικησαν και ου διελιπον του επιστρεψαι
4 (ROH) Chráňte sa každý svojho blížneho a nedôverujte niktorému bratovi, lebo každý brat klame šeredne, a každý blížny chodí jako pomluvač.

5 (LXX) τοκος επι τοκω δολος επι δολω ουκ ηθελον ειδεναι με
5 (ROH) Každý klame svojho blížneho, a nehovoria pravdy. Učia svoj jazyk hovoriť lož; robia neprave až ustávajú.

6 (LXX) δια τουτο ταδε λεγει κυριος ιδου εγω πυρωσω αυτους και δοκιμω αυτους οτι ποιησω απο προσωπου πονηριας θυγατρος λαου μου
6 (ROH) Tvoje bývanie je prostred ľstivého ľudu; pre lesť ma nechcú poznať, hovorí Hospodin.

7 (LXX) βολις τιτρωσκουσα η γλωσσα αυτων δολια τα ρηματα του στοματος αυτων τω πλησιον αυτου λαλει ειρηνικα και εν εαυτω εχει την εχθραν
7 (ROH) Preto takto hovorí Hospodin Zástupov: Hľa, prepálim ich ako zlatník kov a sprobujem ich. Lebo jako ináč by som mal učiniť pre dcéru svojho ľudu?

8 (LXX) μη επι τουτοις ουκ επισκεψομαι λεγει κυριος η εν λαω τω τοιουτω ουκ εκδικησει η ψυχη μου
8 (ROH) Ich jazyk je vražedlnou strelou; hovorí lesť; svojimi ústami hovorí o pokoji so svojím blížnym a vo svojom vnútri kladie svoj úklad.

9 (LXX) επι τα ορη λαβετε κοπετον και επι τας τριβους της ερημου θρηνον οτι εξελιπον παρα το μη ειναι ανθρωπους ουκ ηκουσαν φωνην υπαρξεως απο πετεινων του ουρανου και εως κτηνων εξεστησαν ωχοντο
9 (ROH) Či azda pre také veci ich nemám navštíviť? hovorí Hospodin. Či na takom národe, jako je tento, nemá sa pomstiť moja duša?

10 (LXX) και δωσω την ιερουσαλημ εις μετοικιαν και εις κατοικητηριον δρακοντων και τας πολεις ιουδα εις αφανισμον θησομαι παρα το μη κατοικεισθαι
10 (ROH) Nad vrchami pozdvihnem plač a nárek a nad pasienkami stepi trúchlospev, lebo budú spálené, takže nebude nikoho, kto by išiel cez ne, ani tam nepočujú ľudia hlasu dobytka; od vtáctva nebies až do hoväda, všetko sa odstehuje, odíde.

11 (LXX) τις ο ανθρωπος ο συνετος και συνετω τουτο και ω λογος στοματος κυριου προς αυτον αναγγειλατω υμιν ενεκεν τινος απωλετο η γη ανηφθη ως ερημος παρα το μη διοδευεσθαι αυτην
11 (ROH) A obrátim Jeruzalem na hromady rumov, na príbytok šakalov, a mestá Júdove obrátim na pustinu, takže v nich nebude obyvateľa.

12 (LXX) και ειπεν κυριος προς με δια το εγκαταλιπειν αυτους τον νομον μου ον εδωκα προ προσωπου αυτων και ουκ ηκουσαν της φωνης μου
12 (ROH) Kto je tým múdrym mužom, aby tomu rozumel, a ktorému hovorily ústa Hospodinove, aby to oznámil? Prečo zahynula táto zem, prečo je vypálená jako púšť, takže neni toho, kto by išiel cez ňu?

13 (LXX) αλλ' επορευθησαν οπισω των αρεστων της καρδιας αυτων της κακης και οπισω των ειδωλων α εδιδαξαν αυτους οι πατερες αυτων
13 (ROH) A Hospodin riekol: Pretože opustili môj zákon, ktorý som im bol predložil, a nepočúvali na môj hlas ani nechodili v ňom, v mojom zákone,

14 (LXX) δια τουτο ταδε λεγει κυριος ο θεος ισραηλ ιδου εγω ψωμιω αυτους αναγκας και ποτιω αυτους υδωρ χολης
14 (ROH) ale chodili za umienenosťou svojho srdca a za Bálmi, čomu ich naučili ich otcovia,

15 (LXX) και διασκορπιω αυτους εν τοις εθνεσιν εις ους ουκ εγινωσκον αυτοι και οι πατερες αυτων και επαποστελω επ' αυτους την μαχαιραν εως του εξαναλωσαι αυτους εν αυτη
15 (ROH) Preto takto hovorí Hospodin Zástupov, Bôh Izraelov: Hľa, nakŕmim ich, tento ľud, palinou a napojím ich jedovatou vodou.

16 (LXX) ταδε λεγει κυριος καλεσατε τας θρηνουσας και ελθετωσαν και προς τας σοφας αποστειλατε και φθεγξασθωσαν
16 (ROH) A rozptýlim ich medzi národy, ktorých neznali ani oni ani ich otcovia, a pošlem za nimi meč, aby ich žral dokiaľ ich nevyhladím.

17 (LXX) και λαβετωσαν εφ' υμας θρηνον και καταγαγετωσαν οι οφθαλμοι υμων δακρυα και τα βλεφαρα υμων ρειτω υδωρ
17 (ROH) Takto hovorí Hospodin Zástupov: Pozorujte a zavolajte nariekačky, a nech prijdú, a pošlite po múdre ženy, aby prišly.

18 (LXX) οτι φωνη οικτου ηκουσθη εν σιων πως εταλαιπωρησαμεν κατησχυνθημεν σφοδρα οτι εγκατελιπομεν την γην και απερριψαμεν τα σκηνωματα ημων
18 (ROH) A nech sa poponáhľajú a pozdvihnú nad nami nárek, aby tiekly slzy z našich očí, a z našich rias aby sa lialy vody,

19 (LXX) ακουσατε δη γυναικες λογον θεου και δεξασθω τα ωτα υμων λογους στοματος αυτου και διδαξατε τας θυγατερας υμων οικτον και γυνη την πλησιον αυτης θρηνον
19 (ROH) pretože počuť hlas náreku so Siona: Oj, ako sme spustošení! Hanbíme sa veľmi, lebo sme opustili zem, lebo povrhli naše príbytky!

20 (LXX) οτι ανεβη θανατος δια των θυριδων υμων εισηλθεν εις την γην υμων του εκτριψαι νηπια εξωθεν και νεανισκους απο των πλατειων
20 (ROH) Lebo nože počujte, ženy, slovo Hospodinovo, a vaše ucho nech prijme slovo jeho úst, a učte svoje dcéry náreku a každá svoju družku trúchlospevu.

21 (LXX) και εσονται οι νεκροι των ανθρωπων εις παραδειγμα επι προσωπου του πεδιου της γης υμων και ως χορτος οπισω θεριζοντος και ουκ εσται ο συναγων
21 (ROH) Lebo smrť vyšla hore a vošla našimi oknami; vošla do našich palácov, aby vyplienila dieťa z ulice, mládencov s námestí.

22 (LXX) ταδε λεγει κυριος μη καυχασθω ο σοφος εν τη σοφια αυτου και μη καυχασθω ο ισχυρος εν τη ισχυι αυτου και μη καυχασθω ο πλουσιος εν τω πλουτω αυτου
22 (ROH) Hovor: Takto hovorí Hospodin: A padne mŕtve telo človeka jako hnojivo na poli a jako snop za žencom, a nebude toho, kto by sobral.

23 (LXX) αλλ' η εν τουτω καυχασθω ο καυχωμενος συνιειν και γινωσκειν οτι εγω ειμι κυριος ποιων ελεος και κριμα και δικαιοσυνην επι της γης οτι εν τουτοις το θελημα μου λεγει κυριος
23 (ROH) Takto hovorí Hospodin: Nech sa nechváli múdry svojou múdrosťou, ani nech sa nechváli udatný muž silný svojou silou, nech sa nechváli bohatý svojím bohatstvom!

24 (LXX) ιδου ημεραι ερχονται λεγει κυριος και επισκεψομαι επι παντας περιτετμημενους ακροβυστιας αυτων
24 (ROH) Ale týmto nech sa chváli ten, kto sa chváli: že rozumie a zná mňa, že ja som Hospodin, ktorý činím milosť, súd a spravedlivosť na zemi, lebo v tých veciach mám záľubu, hovorí Hospodin.

25 (LXX) επ' αιγυπτον και επι την ιουδαιαν και επι εδωμ και επι υιους αμμων και επι υιους μωαβ και επι παντα περικειρομενον τα κατα προσωπον αυτου τους κατοικουντας εν τη ερημω οτι παντα τα εθνη απεριτμητα σαρκι και πας οικος ισραηλ απεριτμητοι καρδιας αυτων
25 (ROH) Hľa, idú dni, hovorí Hospodin, že navštívim každého obrezaného v jeho neobrezanosti,

26 ----
26 (ROH) Egypt i Júdu, Edoma i synov Ammonových. Moába i všetkých obrezaných po strane, ktorí bývajú na púšti. Lebo všetky národy sú neobrezané, a celý dom Izraelov sú neobrezaného srdca.


Jer 9, 1-26





Verš 1
τις δωη μοι εν τη ερημω σταθμον εσχατον και καταλειψω τον λαον μου και απελευσομαι απ' αυτων οτι παντες μοιχωνται συνοδος αθετουντων
Iz 22:4 - δια τουτο ειπα αφετε με πικρως κλαυσομαι μη κατισχυσητε παρακαλειν με επι το συντριμμα της θυγατρος του γενους μου
Jer 4:19 - την κοιλιαν μου την κοιλιαν μου αλγω και τα αισθητηρια της καρδιας μου μαιμασσει η ψυχη μου σπαρασσεται η καρδια μου ου σιωπησομαι οτι φωνην σαλπιγγος ηκουσεν η ψυχη μου κραυγην πολεμου

Verš 2
και ενετειναν την γλωσσαν αυτων ως τοξον ψευδος και ου πιστις ενισχυσεν επι της γης οτι εκ κακων εις κακα εξηλθοσαν και εμε ουκ εγνωσαν
Jer 5:7 - ποια τουτων ιλεως γενωμαι σοι οι υιοι σου εγκατελιπον με και ωμνυον εν τοις ουκ ουσιν θεοις και εχορτασα αυτους και εμοιχωντο και εν οικοις πορνων κατελυον

Verš 3
εκαστος απο του πλησιον αυτου φυλαξασθε και επ' αδελφοις αυτων μη πεποιθατε οτι πας αδελφος πτερνη πτερνιει και πας φιλος δολιως πορευσεται
Iz 59:4 - ουδεις λαλει δικαια ουδε εστιν κρισις αληθινη πεποιθασιν επι ματαιοις και λαλουσιν κενα οτι κυουσιν πονον και τικτουσιν ανομιαν
Iz 59:13 - ησεβησαμεν και εψευσαμεθα και απεστημεν απο οπισθεν του θεου ημων ελαλησαμεν αδικα και ηπειθησαμεν εκυομεν και εμελετησαμεν απο καρδιας ημων λογους αδικους
Iz 59:15 - και η αληθεια ηρται και μετεστησαν την διανοιαν του συνιεναι και ειδεν κυριος και ουκ ηρεσεν αυτω οτι ουκ ην κρισις
Jer 6:7 - ως ψυχει λακκος υδωρ ουτως ψυχει κακια αυτης ασεβεια και ταλαιπωρια ακουσθησεται εν αυτη επι προσωπον αυτης δια παντος πονω και μαστιγι

Verš 4
εκαστος κατα του φιλου αυτου καταπαιξεται αληθειαν ου μη λαλησωσιν μεμαθηκεν η γλωσσα αυτων λαλειν ψευδη ηδικησαν και ου διελιπον του επιστρεψαι
Jer 6:28 - παντες ανηκοοι πορευομενοι σκολιως χαλκος και σιδηρος παντες διεφθαρμενοι εισιν

Verš 8
μη επι τουτοις ουκ επισκεψομαι λεγει κυριος η εν λαω τω τοιουτω ουκ εκδικησει η ψυχη μου
Ž 120:4 - ιδου ου νυσταξει ουδε υπνωσει ο φυλασσων τον ισραηλ
Prís 30:14 - εκγονον κακον μαχαιρας τους οδοντας εχει και τας μυλας τομιδας ωστε αναλισκειν και κατεσθιειν τους ταπεινους απο της γης και τους πενητας αυτων εξ ανθρωπων
Ž 12:2 - εως ποτε κυριε επιληση μου εις τελος εως ποτε αποστρεψεις το προσωπον σου απ' εμου
Ž 28:3 - φωνη κυριου επι των υδατων ο θεος της δοξης εβροντησεν κυριος επι υδατων πολλων

Verš 9
επι τα ορη λαβετε κοπετον και επι τας τριβους της ερημου θρηνον οτι εξελιπον παρα το μη ειναι ανθρωπους ουκ ηκουσαν φωνην υπαρξεως απο πετεινων του ουρανου και εως κτηνων εξεστησαν ωχοντο
Jer 5:9 - μη επι τουτοις ουκ επισκεψομαι λεγει κυριος η εν εθνει τοιουτω ουκ εκδικησει η ψυχη μου
Jer 5:29 - μη επι τουτοις ουκ επισκεψομαι λεγει κυριος η εν εθνει τω τοιουτω ουκ εκδικησει η ψυχη μου

Verš 11
τις ο ανθρωπος ο συνετος και συνετω τουτο και ω λογος στοματος κυριου προς αυτον αναγγειλατω υμιν ενεκεν τινος απωλετο η γη ανηφθη ως ερημος παρα το μη διοδευεσθαι αυτην
Jer 10:22 - φωνη ακοης ιδου ερχεται και σεισμος μεγας εκ γης βορρα του ταξαι τας πολεις ιουδα εις αφανισμον και κοιτην στρουθων

Verš 15
και διασκορπιω αυτους εν τοις εθνεσιν εις ους ουκ εγινωσκον αυτοι και οι πατερες αυτων και επαποστελω επ' αυτους την μαχαιραν εως του εξαναλωσαι αυτους εν αυτη
Jer 23:15 - δια τουτο ταδε λεγει κυριος ιδου εγω ψωμιω αυτους οδυνην και ποτιω αυτους υδωρ πικρον οτι απο των προφητων ιερουσαλημ εξηλθεν μολυσμος παση τη γη
Jer 8:14 - επι τι ημεις καθημεθα συναχθητε και εισελθωμεν εις τας πολεις τας οχυρας και απορριφωμεν οτι ο θεος απερριψεν ημας και εποτισεν ημας υδωρ χολης οτι ημαρτομεν εναντιον αυτου

Verš 16
ταδε λεγει κυριος καλεσατε τας θρηνουσας και ελθετωσαν και προς τας σοφας αποστειλατε και φθεγξασθωσαν
Lv 26:33 - και διασπερω υμας εις τα εθνη και εξαναλωσει υμας επιπορευομενη η μαχαιρα και εσται η γη υμων ερημος και αι πολεις υμων εσονται ερημοι

Verš 22
ταδε λεγει κυριος μη καυχασθω ο σοφος εν τη σοφια αυτου και μη καυχασθω ο ισχυρος εν τη ισχυι αυτου και μη καυχασθω ο πλουσιος εν τω πλουτω αυτου
Jer 7:33 - και εσονται οι νεκροι του λαου τουτου εις βρωσιν τοις πετεινοις του ουρανου και τοις θηριοις της γης και ουκ εσται ο αποσοβων

Verš 23
αλλ' η εν τουτω καυχασθω ο καυχωμενος συνιειν και γινωσκειν οτι εγω ειμι κυριος ποιων ελεος και κριμα και δικαιοσυνην επι της γης οτι εν τουτοις το θελημα μου λεγει κυριος
1Kor 1:31 -
2Kor 10:17 -

Verš 26
Lv 26:41 - και εγω επορευθην μετ' αυτων εν θυμω πλαγιω και απολω αυτους εν τη γη των εχθρων αυτων τοτε εντραπησεται η καρδια αυτων η απεριτμητος και τοτε ευδοκησουσιν τας αμαρτιας αυτων
Rim 2:28 -

Jer 9,2 - Porov. verš 7.

Jer 9,4 - Koniec tohto a začiatok nasledujúceho verša prekladáme podľa LXX. V pôvodine je osnova porušená a ťažko dáva zmysel.

Jer 9,6 - Slovo "zločinnosť" sme doložili zo LXX. Z hebrejského textu muselo vypadnúť, lebo inak súvis ho rozhodne vyžaduje. – O vytápaní kovu pozri 6,27-30.

Jer 9,9 - Tento verš podáva žalospev národa a básnicky opisuje smrteľné ticho, ktoré v krajine zavládlo. Žalospev prerušuje reč Pánovu, ktorá sa potom končí vo verši 10. V LXX tejto ťažkosti niet, tá aj verš 9 dáva do úst Pánových: "Na vrchoch spustite plač a kvílenie!"

Jer 9,13 - O báloch pozri pozn. k 1 Sam 7,3-4.

Jer 9,14 - O otrávenej vode pozri vyššie 8,14. Aj palina je obrazom trpkosti a nešťastia.

Jer 9,16 - V tých krajoch boli a podnes sú nariekačky z povolania, ktoré najímali k pohrebom.

Jer 9,21 - Slová v zátvorke nepatria do osnovy, prerušujú žalospev na prostriedku.

Jer 9,24 - Tu vypočítané národy mali, podobne ako Izraeliti, zavedený obrad obriezky. O Egypťanoch to dosvedčuje aj Herodot (II, 37,104). Národmi, "ktoré si holia okraje a bývajú na púšti", treba rozumieť arabských beduínov. Títo si do polkruhu holili okraje vlasov, čo bolo Izraelitom, ako pohanský zvyk, zakázané (Lv 19,27). – Izraeliti síce prevádzali obrad obriezky na svojom tele, ale o mravnú čistotu sa neusilovali, srdce mali nečisté, "neobrezané" (porov. Rim 2,25 n.), boli teda neobrezaní obrezanci.