výhody registrácie

Kniha Genezis

Biblia - Sväté písmo

(GRM - Grécky - Moderný)

Gn 27, 1-46

1 (GRM) Και αφου εγηρασεν ο Ισαακ, και οι οφθαλμοι αυτου ημβλυνθησαν, ωστε δεν εβλεπεν, εκαλεσεν Ησαυ τον υιον αυτου τον μεγαλητερον, και ειπε προς αυτον, Υιε μου. Ο δε ειπε προς αυτον, Ιδου, εγω.
1 (ROH) A stalo sa, keď sa zostarel Izák, a jeho oči zoslably tak, že nevidel, zavolal Ezava, svojho staršieho syna, a riekol mu. Môj synu. A on mu odpovedal: Tu som, otče.

2 (GRM) Και εκεινος ειπεν, Ιδου, τωρα, εγω εγηρασα· δεν γνωριζω την ημεραν του θανατου μου·
2 (ROH) A riekol: Nože hľa, som už starý; neviem dňa svojej smrti.

3 (GRM) λαβε λοιπον, παρακαλω, τα οπλα σου, την φαρετραν σου και το τοξον σου, και εξελθε εις την πεδιαδα και κυνηγησον μοι κυνηγιον·
3 (ROH) Tak teraz vezmi, prosím, svoju zbraň, svoj túl a svoje lučište, a vyjdi na pole a ulov mi zverinu.

4 (GRM) και καμε μοι εδεσματα καθως αγαπω, και φερε μοι να φαγω, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου πριν αποθανω.
4 (ROH) A priprav mi chutný pokrm, aký mám rád; dones mi ho, a budem jesť, aby ťa požehnala moja duša, prv ako zomriem.

5 (GRM) Η δε Ρεβεκκα ηκουσεν ενω ελαλει ο Ισαακ προς Ησαυ τον υιον αυτου. Και υπηγεν ο Ησαυ εις την πεδιαδα δια να κυνηγηση κυνηγιον και να φερη αυτο.
5 (ROH) Ale Rebeka počúvala, keď to hovoril Izák Ezavovi, svojmu synovi. A Ezav odišiel na pole uloviť zverinu, aby ju doniesol.

6 (GRM) Και η Ρεβεκκα ελαλησε προς Ιακωβ τον υιον αυτης, λεγουσα, Ιδου, εγω ηκουσα τον πατερα σου λαλουντα προς Ησαυ τον αδελφον και λεγοντα,
6 (ROH) A Rebeka povedala Jakobovi, svojmu synovi, a riekla: Hľa, počula som tvojho otca hovoriť Ezavovi, tvojmu bratovi, ktorému povedal:

7 (GRM) Φερε μοι κυνηγιον και καμε μοι εδεσματα, δια να φαγω, και να σε ευλογησω ενωπιον του Κυριου πριν αποθανω.
7 (ROH) Dones mi zverinu a priprav mi chutný pokrm, a budem jesť a potom ťa požehnám pred Hospodinom, prv ako zomriem.

8 (GRM) Τωρα λοιπον, υιε μου, ακουσον την φωνην μου εις οσα εγω σοι παραγγελλω·
8 (ROH) A tak teraz, môj synu, poslúchni na môj hlas a urob to, čo ti rozkazujem.

9 (GRM) υπαγε τωρα εις το ποιμνιον, και λαβε μοι εκειθεν δυο καλα εριφια εξ αιγων· δια να καμω αυτα εδεσματα δια τον πατερα σου, καθως αγαπα·
9 (ROH) Nože idi ku stádu a vezmi a dones mi odtiaľ dvoje pekných kozliat, a pripravím z nich chutný pokrm pre tvojho otca, jaký má rád.

10 (GRM) και θελεις φερει αυτα προς τον πατερα σου να φαγη, δια σε ευλογηση πριν αποθανη.
10 (ROH) Potom zanesieš svojmu otcovi, a zjie, aby ťa požehnal, prv ako zomrie.

11 (GRM) Και ειπεν ο Ιακωβ προς Ρεβεκκαν την μητερα αυτου, Ιδου, ο Ησαυ ο αδελφος μου ειναι ανηρ δασυτριχος, εγω δε ανηρ ατριχος·
11 (ROH) A Jakob povedal Rebeke, svojej matke: Hľa, Ezav, môj brat, je chlpatý človek, a ja som hladký.

12 (GRM) ισως με ψηλαφηση ο πατηρ μου, και θελω φανη εις αυτον ως απατεων, και θελω συρει επ' εμαυτον καταραν και ουχι ευλογιαν.
12 (ROH) Môj otec ma môže ohmatať a potom budem v jeho očiach ako podvodník a uvediem na seba zlorečenstvo a nie požehnanie.

13 (GRM) Ειπε δε προς αυτον η μητηρ αυτου, Επ' εμε η καταρα σου, τεκνον μου· μονον υπακουσον εις την φωνην μου και υπαγε, φερε μοι αυτα.
13 (ROH) Na to mu povedala jeho matka: Nech prijde na mňa tvoje zlorečenstvo, môj synu, len poslúchni, čo hovorím, a idi, vezmi a dones mi.

14 (GRM) Και υπηγε, και ελαβε, και εφερεν αυτα προς την μητερα αυτου· και εκαμεν η μητηρ αυτου εδεσματα καθως ηγαπα ο πατηρ αυτου.
14 (ROH) A tak išiel a vzal a doniesol svojej matke, a jeho matka pripravila chutný pokrm, aký mal rád jeho otec.

15 (GRM) Και λαβουσα η Ρεβεκκα τα καλητερα φορεματα Ησαυ του μεγαλητερου υιου αυτης, τα οποια ειχεν εν τη οικια, ενεδυσε με αυτα Ιακωβ, τον υιον αυτης τον νεωτερον·
15 (ROH) A Rebeka vzala šaty Ezavove, šaty svojho staršieho syna, tie najlepšie, ktoré mala u seba v dome, a obliekla do nich Jakoba svojho mladšieho syna.

16 (GRM) και με τα δερματα των εριφιων εσκεπασε τας χειρας αυτου, και τα γυμνα του τραχηλου αυτου·
16 (ROH) A kožky z kozleniec obvliekla na jeho ruky a na hladké miesto jeho hrdla.

17 (GRM) και εδωκεν εις τας χειρας Ιακωβ του υιου αυτης τα εδεσματα και τον αρτον, τα οποια ητοιμασε.
17 (ROH) A dala chutný pokrm a chlieb, to, čo bola pripravila, do ruky Jakoba, svojho syna.

18 (GRM) Και ηλθε προς τον πατερα αυτου· και ειπε, Πατερ μου. Ο δε ειπεν, Ιδου, εγω· τις εισαι, τεκνον μου;
18 (ROH) A prišiel k svojmu otcovi a povedal: Môj otče! A on odpovedal: Tu som. Kto si ty, môj synu?

19 (GRM) Και ειπεν ο Ιακωβ προς τον πατερα αυτου, Εγω ειμαι Ησαυ ο πρωτοτοκος σου· εκαμα καθως μοι ειπας, σηκωθητι λοιπον, καθισον και φαγε εκ του κυνηγιου μου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
19 (ROH) A Jakob povedal svojmu otcovi: Ja som Ezav, tvoj prvorodený. Urobil som tak, ako si mi hovoril. Vstaň, prosím, sadni si a jedz z toho, čo som ulovil, aby ma požehnala tvoja duša.

20 (GRM) Και ειπεν ο Ισαακ προς τον υιον αυτου, Ποθεν τουτο, τεκνον μου, οτι ευρηκας τοσον ταχεως; Ο δε ειπε, Διοτι Κυριος ο Θεος σου εφερεν αυτο εμπροσθεν μου.
20 (ROH) A Izák povedal svojmu synovi: Čo to, že si tak rýchle našiel, môj synu? A on odpovedal: Lebo Hospodin, tvoj Bôh, to spôsobil, aby mi nadišlo.

21 (GRM) Και ειπεν ο Ισαακ προς τον Ιακωβ, Πλησιασον, τεκνον μου, δια να σε ψηλαφησω, αν συ ησαι αυτος ο υιος Ησαυ, η ουχι.
21 (ROH) A Izák povedal Jakobovi: Nože poď bližšie, aby som ťa ohmatal, môj synu, či si ty môj syn Ezav či nie.

22 (GRM) Και επλησιασεν ο Ιακωβ εις τον Ισαακ τον πατερα αυτου· ο δε εψηλαφησεν αυτον, και ειπεν, Η μεν φωνη ειναι φωνη Ιακωβ, αι δε χειρες, χειρες Ησαυ.
22 (ROH) A Jakob pristúpil k Izákovi, svojmu otcovi, ktorý ho ohmatal a povedal: Hlas je Jakobov, a ruky sú ruky Ezavove.

23 (GRM) Και δεν εγνωρισεν αυτον, διοτι αι χειρες αυτου ησαν ως αι χειρες Ησαυ αδελφου αυτου, δασυτριχοι και ευλογησεν αυτον.
23 (ROH) A nepoznal ho, lebo jeho ruky boly jako ruky Ezavove, jeho bratove, chlpaté, a požehnal ho.

24 (GRM) Και ειπε, Συ εισαι αυτος ο υιος μου Ησαυ; Ο δε ειπεν, Εγω.
24 (ROH) A povedal: Či si to ty, môj synu, Ezave? A odpovedal: Som.

25 (GRM) Και ειπε, Φερε πλησιον μου, και θελω φαγει εκ του κυνηγιου του υιου μου, δια να σε ευλογηση η ψυχη μου. Και εφερε πλησιον αυτου, και εφαγεν· εφερε δε προς αυτον οινον και επιε.
25 (ROH) Vtedy povedal: Podaj mi, aby som jedol z lovu svojho syna, aby ťa potom požehnala moja duša. A podal mu, a jedol. A doniesol mu aj vína, a pil.

26 (GRM) Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Πλησιασον τωρα, και φιλησον με, τεκνον μου.
26 (ROH) A Izák, jeho otec, mu povedal: Nože pristúp sem a bozkaj ma, môj synu!

27 (GRM) Και επλησιασε, και εφιλησεν αυτον· και ωσφρανθη την οσμην των ενδυματων αυτου, και ευλογησεν αυτον και ειπεν, Ιδου, η οσμη του υιου μου ειναι ως οσμη πεδιαδος, την οποιαν ευλογησεν ο Κυριος·
27 (ROH) A pristúpil a bozkal ho. Tu zavoňal vôňu jeho šiat a požehnal ho a riekol: Pozri, vôňa môjho syna je ako vôňa poľa, ktoré požehnal Hospodin.

28 (GRM) Λοιπον ο Θεος να σοι δωση απο της δροσου του ουρανου και απο του παχους της γης και αφθονιαν σιτου και οινου·
28 (ROH) Nechže ti dá Bôh z rosy neba a zo všelijakého tuku zeme, hojnosť obilia a hroznovej šťavy.

29 (GRM) Λαοι να σε δουλευσωσι και εθνη να σε προσκυνησωσι· να ησαι κυριος των αδελφων σου, και οι υιοι της μητρος σου να σε προσκυνησωσι· κατηραμενος οστις σε καταραται, και ευλογημενος οστις σε ευλογει
29 (ROH) Nech ti slúžia národy a klaňajú sa ti ľudia! Buď pánom svojim bratom, a nech sa ti klaňajú synovia tvojej matky! Ten, kto by ti zlorečil, nech je zlorečený, a ten, kto by ti žehnal, nech je požehnaný!

30 (GRM) Και καθως επαυσεν ο Ισαακ ευλογων τον Ιακωβ, μολις ο Ιακωβ ειχεν εξελθει απ' εμπροσθεν του πατρος αυτου Ισαακ· και ηλθεν Ησαυ ο αδελφος αυτου εκ του κυνηγιου αυτου.
30 (ROH) A stalo sa hneď, ako prestal Izák žehnať Jakoba, len priam čo bol vyšiel Jakob od Izáka, svojho otca, že prišiel Ezav, jeho brat, zo svojho lovu.

31 (GRM) Και εκαμε και αυτος εδεσματα και εφερε προς τον πατερα αυτου· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ας σηκωθη ο πατηρ μου, και ας φαγη εκ του κυνηγιου του υιου αυτου, δια να με ευλογηση η ψυχη σου.
31 (ROH) A bol aj on pripravil chutný pokrm a doniesol svojmu otcovi a povedal mu: Nech vstane môj otec a jie z lovu svojho syna, aby ma požehnala tvoja duša!

32 (GRM) Και ειπε προς αυτον Ισαακ ο πατηρ αυτου, Τις εισαι; Ο δε ειπεν, Ειμαι ο υιος σου, ο πρωτοτοκος σου Ησαυ.
32 (ROH) A Izák, jeho otec, mu povedal: Kto si ty? A odpovedal: Ja som tvoj syn, tvoj prvorodený, Ezav.

33 (GRM) Και εξεπλαγη ο Ισαακ εκπληξιν μεγαλην σφοδρα, και ειπε, Ποιος ειναι λοιπον εκεινος, οστις εκυνηγησε κυνηγιον, και μοι εφερε και εφαγον απο παντων πριν εισελθης, και ευλογησα αυτον; και ευλογημενος θελει εισθαι.
33 (ROH) Vtedy sa zľakol Izák prenáramne a povedal: Kde kto je to, ktorý ulovil zverinu a doniesol mi? A ja som jedol zo všetkého prv ako si prišiel, a požehnal som ho, aj bude požehnaný!

34 (GRM) Οτε ηκουσεν ο Ησαυ τους λογους του πατρος αυτου, ανεκραξε κραυγην μεγαλην και πικραν σφοδρα· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ευλογησον με, και εμε, πατερ μου.
34 (ROH) Keď počul Ezav slová svojho otca, skríkol velikým krikom a horkým prenáramne a povedal svojmu otcovi: Požehnaj i mňa, môj otče!

35 (GRM) Ο δε ειπεν, Ηλθεν ο αδελφος σου μετα δολου, και ελαβε την ευλογιαν σου.
35 (ROH) A on odpovedal: Tvoj brat prišiel so ľsťou a vzal tvoje požehnanie.

36 (GRM) Και ειπεν ο Ησαυ, Δικαιως εκαλεσθη το ονομα αυτου Ιακωβ, διοτι τωρα δευτεραν ταυτην φοραν με υπεσκελισεν· ελαβε τα πρωτοτοκια μου, και ιδου, τωρα ελαβε και την ευλογιαν μου. Και ειπε, Δεν εφυλαξας δι' εμε ευλογιαν;
36 (ROH) A povedal: Správne nazvali jeho meno Jakob , lebo ma toto už druhý raz oklamal: vzal moje prvorodenstvo a hľa, teraz vzal i moje požehnanie. A dodal: Či si pre mňa neodložil požehnania?

37 (GRM) Και, απεκριθη ο Ισαακ, και ειπε προς τον Ησαυ, Ιδου, κυριον σου εκαμα αυτον, και παντας τους αδελφους αυτου εκαμα δουλους αυτου, και εστηριξα αυτον με σιτον και οινον· και τι λοιπον να καμω εις σε, τεκνον μου;
37 (ROH) Izák odpovedal a riekol Ezavovi: Hľa, učinil som ho pánom nad tebou a všetkých jeho bratov som mu dal za služobníkov a zaopatril som ho obilím a šťavou z hrozna. A tebe kde čo učiním, môj synu?

38 (GRM) Και ειπεν ο Ησαυ προς τον πατερα αυτου, Μηπως ταυτην μονην την ευλογιαν εχεις, πατερ μου; ευλογησον με, και εμε, πατερ μου. και υψωσεν ο Ησαυ την φωνην αυτου, και εκλαυσε.
38 (ROH) A Ezav povedal svojmu otcovi: Či máš len to jedno požehnanie, môj otče? Požehnaj i mňa, môj otče! Potom pozdvihol Ezav svoj hlas a plakal.

39 (GRM) Και απεκριθη Ισαακ ο πατηρ αυτου, και ειπε προς αυτον, Ιδου, η κατοικησις σου θελει εισθαι εις το παχος της γης, και εις την δροσον του ουρανου ανωθεν·
39 (ROH) A Izák, jeho otec, odpovedal a riekol mu: Hľa, ďaleko od žírnych polí zeme bude tvoje obydlie, a od nebeskej rosy, ktorú dáva Bôh s hora.

40 (GRM) και με την μαχαιραν σου θελεις ζη, και εις τον αδελφον σου θελεις δουλευσει, οταν δε υπερισχυσης, θελεις συντριψει τον ζυγον αυτου απο του τραχηλου σου.
40 (ROH) A budeš žiť na svojom meči a budeš slúžiť svojmu bratovi, ale bude raz, keď budeš panovať, že polámeš jeho jarmo a shodíš ho so svojej šije.

41 (GRM) Και εμισει ο Ησαυ τον Ιακωβ, δια την ευλογιαν με την οποιαν ευλογησεν αυτον ο πατηρ αυτου· και ειπεν ο Ησαυ εν τη καρδια αυτου, Πλησιαζουσιν αι ημεραι του πενθους του πατρος μου· τοτε θελω φονευσει Ιακωβ τον αδελφον μου.
41 (ROH) A Ezav zjavne nenávidel Jakoba pre požehnanie, ktorým ho požehnal jeho otec. A Ezav povedal vo svojom srdci: Priblížia sa dni smútku za môjho otca, a zabijem Jakoba, svojho brata.

42 (GRM) Ανηγγελθησαν, δε προς την Ρεβεκκαν οι λογοι Ησαυ του υιου αυτης του μεγαλητερου· και πεμψασα εκαλεσεν Ιακωβ τον υιον αυτης τον νεωτερον, και ειπε προς αυτον, Ιδου, Ησαυ ο αδελφος σου παρηγορει εαυτον κατα σου, οτι θελει σε φονευσει.
42 (ROH) A oznámené boly Rebeke slová Ezava, jej staršieho syna. Preto pošlúc zavolala Jakoba, svojho mladšieho syna a povedala mu: Hľa, Ezav, tvoj brat, sa teší ohľadne teba, že ťa zabije.

43 (GRM) Τωρα λοιπον, τεκνον μου, ακουσον την φωνην μου· και σηκωθεις, φυγε προς Λαβαν τον αδελφον μου εις Χαρραν·
43 (ROH) Preto teraz, môj synu, poslúchni na môj hlas a vstaň a uteč k Lábanovi, môjmu bratovi do Chárana.

44 (GRM) και κατοικησον μετ' αυτου ημερας τινας, εωσου παρελθη ο θυμος του αδελφου σου·
44 (ROH) A budeš bývať u neho nejaký čas, dokiaľ sa neodvráti prchlivosť tvojho brata.

45 (GRM) εωσου παυση η κατα σου οργη του αδελφου σου, και λησμονηση τα οσα επραξας εις αυτον· τοτε θελω στειλει, και θελω σε φερει εκειθεν· δια τι να σας στερηθω και τους δυο εν μια ημερα;
45 (ROH) Až sa zase odvráti hnev tvojho brata od teba, a zabudne na to, čo si mu urobil, potom pošlem po teba a vezmem ťa odtiaľ. Prečo vás mám utratiť oboch v jeden deň!

46 (GRM) Και ειπεν η Ρεβεκκα προς τον Ισαακ, Αηδιασα την ζωην μου εξ αιτιας των θυγατερων του Χετ· εαν ο Ιακωβ λαβη γυναικα εκ των θυγατερων του Χετ, καθως ειναι αυται εκ των θυγατερων της γης ταυτης, τι με ωφελει να ζω;
46 (ROH) A Rebeka povedala Izákovi: Protiví sa mi život pre dcéry Hetove. Jestli si aj Jakob vezme ženu z dcér Hetových, ako sú tieto, z dcér tejto zeme, načo mi potom život?!


Gn 27, 1-46





Verš 34
Οτε ηκουσεν ο Ησαυ τους λογους του πατρος αυτου, ανεκραξε κραυγην μεγαλην και πικραν σφοδρα· και ειπε προς τον πατερα αυτου, Ευλογησον με, και εμε, πατερ μου.
Heb 12:17 - Επειδη εξευρετε οτι και μετεπειτα, θελων να κληρονομηση την ευλογιαν, απεδοκιμασθη, διοτι δεν ευρε τοπον μετανοιας, αν και εξεζητησεν αυτην μετα δακρυων.

Verš 36
Και ειπεν ο Ησαυ, Δικαιως εκαλεσθη το ονομα αυτου Ιακωβ, διοτι τωρα δευτεραν ταυτην φοραν με υπεσκελισεν· ελαβε τα πρωτοτοκια μου, και ιδου, τωρα ελαβε και την ευλογιαν μου. Και ειπε, Δεν εφυλαξας δι' εμε ευλογιαν;
Gn 25:33 - Και ειπεν ο Ιακωβ, Ομοσον μοι σημερον· και ωμοσεν εις αυτον· και επωλησε τα πρωτοτοκια αυτου εις τον Ιακωβ.

Verš 38
Και ειπεν ο Ησαυ προς τον πατερα αυτου, Μηπως ταυτην μονην την ευλογιαν εχεις, πατερ μου; ευλογησον με, και εμε, πατερ μου. και υψωσεν ο Ησαυ την φωνην αυτου, και εκλαυσε.
Heb 12:17 - Επειδη εξευρετε οτι και μετεπειτα, θελων να κληρονομηση την ευλογιαν, απεδοκιμασθη, διοτι δεν ευρε τοπον μετανοιας, αν και εξεζητησεν αυτην μετα δακρυων.

Verš 46
Και ειπεν η Ρεβεκκα προς τον Ισαακ, Αηδιασα την ζωην μου εξ αιτιας των θυγατερων του Χετ· εαν ο Ιακωβ λαβη γυναικα εκ των θυγατερων του Χετ, καθως ειναι αυται εκ των θυγατερων της γης ταυτης, τι με ωφελει να ζω;
Gn 26:35 - και αυται ησαν πικρια ψυχης εις τον Ισαακ και την Ρεβεκκαν.

Verš 28
Λοιπον ο Θεος να σοι δωση απο της δροσου του ουρανου και απο του παχους της γης και αφθονιαν σιτου και οινου·
Heb 11:20 - Δια πιστεως ο Ισαακ ηυλογησε τον Ιακωβ και τον Ησαυ περι των μελλοντων.

Verš 29
Λαοι να σε δουλευσωσι και εθνη να σε προσκυνησωσι· να ησαι κυριος των αδελφων σου, και οι υιοι της μητρος σου να σε προσκυνησωσι· κατηραμενος οστις σε καταραται, και ευλογημενος οστις σε ευλογει
Gn 12:3 - και θελω ευλογησει τους ευλογουντας σε, και τους καταρωμενους σε θελω καταρασθη· και θελουσιν ευλογηθη εν σοι πασαι αι φυλαι της γης.

Gn 27,5-27 - Jakub si prvorodenské právo od brata už kúpil (25,29–34). No i tak sa obaja, Rebeka aj Jakub, prehrešujú. Písmo zaznačuje ich skutok, nechváli ho. Naopak, poukazuje na to, čo museli obaja pretrpieť za svoje previnenie. Následky boli tvrdé. Napokon tak právo prvorodeného, ako aj požehnania s ním spojené boli by ostali neplatné, keby ich Izák nebol osobitne potvrdil. Presvedčil sa, že to Pán už predtým ustanovil. "Vôňu šiat" – Ezau sa zdržiaval zväčša vonku, na poliach, medzi rastlinami prenikavej vône. Ňou sa nabrali aj jeho šaty.

Gn 27,33 - Sv. Augustín, sv. Hieronym a iní Otcovia myslia, že Boh v tejto chvíli prezrádza Izákovi svoj zámer, a tak sa dá pochopiť, že patriarcha, i keď poznal klam, ktorého sa stal obeťou, nechce dať požehnanie tomu, ktorému by prináležalo podľa práva prvorodeného. Naopak, potvrdzuje požehnanie, ktoré pred chvíľou udelil Jakubovi (Hebr 12,7).

Gn 27,36 - Slovná hračka: "prvorodenské právo" – bekorah a "požehnanie" – berakah.

Gn 27,40 - Z meča žiť označuje život beduína. Aj v tomto verši latinský text má inú lekciu: Príde však čas, keď jeho jarmo… To by naznačovalo, že Edomčania sa zbavia nadvlády Izraelitov. Lenže stalo sa to, čo vystihuje text hebrejský. Edomčania sa nakoniec živili z koristi a lúpeže. V dejinách Izraelitov sú vždy na strane nepriateľa vyvoleného národa.

Gn 27,45 - Stratiť v jeden deň – Rebeka myslí na trest odvety. Jakub by bol mŕtvy a Ezau by sa stal vinným smrti. Najbližší príbuzní mali by Jakubovu smrť trestať smrťou Ezaua.